Κάθε χρόνο η Ελλάδα θρηνεί θύματα στην άσφαλτο με ποσοστό ανησυχητικά αυξανόμενο κατα έτος αποτελώντας έτσι, την ατυχή εξαίρεση στον κανόνα ‘’επανάληψις μήτηρ πάσης μαθήσεως’’. Πράγματι, τα θύματα είναι πολλά, οι τραυματίες ακόμα περισσότεροι, τα αίτια ολοφάνερα αλλά το αποτέλεσμα μένει το ίδιο και εγείρει σημαντικά ερωτήματα αναφορικά με το ποιος φέρει την πραγματική ευθύνη και αν υπάρχει εν τέλει τρόπος όχι μόνο αντιμετώπισης, αλλά και πρόληψης.
Τα ποσοστά, τόσο κάθε έτους όσο και των προηγούμενων ετών, μιλούν δίνοντας μια πλήρη εικόνα της κατάστασης γιατί οι αριθμοί είναι οι μόνοι που δεν μπορούν να ωραιοποιήσουν καταστάσεις. Με τους αριθμούς δε, των θυμάτων και των τραυματιών συνδέονται άρρηκτα και τα αίτια που τους οδήγησαν σ αυτή την κατάσταση, αίτια και συνάμα λάθη τόσο προφανή, που σύμφωνα με τη λογική του μέσου ανθρώπου δεν επιτρέπεται να συμβούν, όπως η πλημμελής συντήρηση των οχημάτων, η απρόσεκτη οδήγηση και η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ και ουσιών, η ημιμάθεια και η έλλειψη επαρκούς οδηγικής ικανότητας, η βιασύνη, οι κόντρες, οι ανόητες προσπεράσεις, οι ‘’μαγκιές’’ άνευ λόγου και αιτίας και η κακή οδηγική συμπεριφορά εν γένει. Το πιο σημαντικό όμως, αίτιο είναι η έλλειψη σεβασμού και συνείδησης. Ναι, δε σέβεσαι τον εαυτό σου όταν οδηγείς ριψοκίνδυνα και κατά παράβαση των επιταγών ασφαλείας, βάζοντας έτσι τη ζωή σου σε κίνδυνο. Ναι, δε σέβεσαι την οικογένεια σου που σε περιμένει να γυρίσεις σώος και να συνεχίσετε μαζί τη ζωή σας. Ναι, δε σέβεσαι τον επιβάτη άλλου αυοκινήτου που οδηγεί νόμιμα και δεν μπορεί να προβλέψει τη δική σου απερισκεψία, ούτε τον πεζό που περπατά στη διάβαση ή περιμένει στη στάση το λεωφορείο. Το παράδοξο όμως είναι ότι ενώ πρόκειται για το πλέον αυτονόητο, για την πρωταρχική υποχρέωση σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο , η πλειοψηφία το ξεχνά και φτάνουμε έδω, που όσο κι αν δεν μας αρέσει, είμαστε.
Το πιο κρίσιμο όμως ερώτημα είναι ποιος πραγματικά φταιεί, ποιος παργματικα ευθύνεται για την ανεξέλεγκτη πλεον τροπή αυτής της κατάστασης. Φταίει η Πολιτεία με τις ελαστικές κυρώσεις και τον μη συστηματικό έλεγχο της κυκλοφορίας; Φταίει το σύστημα που απονέμει το δίπλωμα οδήγησης στηριζόμενο, όχι πάντα, σε κριτήρια άλλα από εκείνα που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη; Φταίει το σχολείο που θα έπρεπε να εντάξει μάθημα εντατικά κυκλοφοριακής αγωγής ώστε να διαπλάσει από πολύ νωρίς το άτομο οδηγική συνείδηση και συμπεριφορά; Φταίει το άτομο που οδηγεί απρόσεκτα και αψηφά τους νόμους και εκείνοι που έπρεπε να επέμβουν και να το νουθετήσουν και δεν το έκαναν; Φταίει, μήπως, που μας έγινε συνήθεια η ανοχή της παρανομίας και, όχι μόνο παραξενευόμαστε, αλλά και χλευάζουμε αυτόν που ανάβει το φλας για να στρίψει; Το ερώτημα αυτό θα είχε νόημα όμως να απαντηθεί αρχικά, στο στάδιο της πρόληψης και όχι εκ των υστέρων, όπως, δυστυχώς, συνήθως γίνεται γιατί όταν πλέον είναι αργά, όσες και όποιες απαντήσεις και να δώσεις το αποτέλεσμα δεν θα αλλάξει και ο χρόνος δε θα γυρίσει πίσω.
Για μια φορά λοιπόν, ας κάνουμε την υπέρβαση και να μάθουμε από τα λάθη μας και ας πράξουμε επιτέλους το νόμιμο και το αυτονόητο. ‘Ετσι δε θα χρειαστεί να πασχίσουμε να σώσουμε μια ζωή γιατί πολύ απλά δεν θα κινδυνέυει. Και για να θυμηθούμε τα λόγια του Μολιέρου << Δεν είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτό που κάνουμε αλλά και γι’αυτό που δεν κάνουμε>>…
Έλενα Παπαϊωάννου