Η σύγχρονη παγκόσμια κοινότητα υποδέχεται στις αρχές του 1900 μια σπουδαία προσωπικότητα στον επιστημονικό της χώρο. Η πρωτοποριακή μέθοδος του για τον εντοπισμού του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας τον καθιερώνει ως ερευνητή και επιστήμονα.
Ο Γεώργιος Παπανικολάου γεννιέται στις 13 Μαΐου του 1883 στο χωριό Κύμη του Νομού Ευβοίας. Τα παιδικά του χρόνια αλλά και τα πρώτα του σχολικά βήματα στο χωριό κυλούν ομαλά. Οι γονείς του και ιδιαίτερα ο πατέρας-ο οποίος ήταν γιατρός και δήμαρχος της πόλης-ων αποφασίζουν να τον στείλουν στην Αθήνα για να ολοκληρώσε τις τότε γυμνασιακές σπουδές.
Σε ηλικία 15 ετών αφού περάσει επιτυχώς τις τελικές εξετάσεις εισέρχεται στο τμήμα ιατρικής του Πανεπιστήμιου Αθηνών. Το 1904 δίνει τον όρκο του στον Ιπποκράτη και αποκτά το πτυχίο του με το βαθμό να γράφει «Λίαν Καλώς». Η πρόταση του πατέρα του να ακολουθήσει την πορεία του στρατιωτικού ιατρού απορρίπτεται από το Γεώργιο, ο οποίος δηλώνει πως θέλει να μείνει ελεύθερος να αισθανθεί τη χαρά που προσφέρει ο αγώνας της ζωής.
Επιστρέφοντας στην Κύμη αναρωτήθηκε πολλές φορές αν ο δρόμος της ιατρικής που είχε επιλέξει ήταν σωστός εφόσον δεν είχε σκοπό να τον ασκήσει. Ως έντονα φιλομαθής μυείται στις ξένες γλώσσες, στην λογοτεχνία και την μουσική την οποία λατρεύει παίζοντας βιολί. Η φιλοσοφία μπαίνει στη ζωή του και αλλάζει τον τρόπο που σκεφτόταν καθώς επηρεάζεται από τον Νίτσε, τον Καντ και τον Σοπενχάουερ.
Ο πατέρας του γνωρίζοντας το χαρακτήρα του Γεώργιου και πιστεύοντας σθεναρά στις δυνατότητές του προσφέρει τις οικονομίες του με στόχο ο γιός του να λάβει ανώτερες σπουδές. Έτσι, το 1907 η Γερμανία τον υποδέχεται. Διδάσκεται από σπουδαίους καθηγητές της εποχής και μαγεύεται από τον κλάδο της Βιολογίας. Από την Ιένα και το Φράιμπουργκ ο Παπανικολάου λαμβάνει, το 1910, στο Μόναχο τον τίτλο του Διδάκτωρ Φιλοσοφίας με την διατριβή «Περί των συνθηκών της διαφοροποιήσεως του φύλλου των Δαφνιδών». Την περίοδο εκείνη αποκτά ένα φιλοσοφικό στοχασμό. Αρθρογραφεί και ασπάζεται ριζοσπαστικές ιδέες τόσο πολιτικά όσο και επιστημονικά.
Με τη συμμετοχή του στους Βαλκανικούς πολέμους συνειδητοποιεί πως το μέλλον του στην Ελλάδα δεν είναι ευοίωνο. Η επιβίωση στον εξωτερικό δεν είναι εύκολη υπόθεση. Φτάνοντας στη Γαλλία με τη σύζυγό του, εργάζεται στο Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο με την επιστημονική ομάδα του Πρίγκηπα Αλβέρτου Α’ του Μονακό. Λίγο καιρό αργότερα ο δρόμος τον φέρνει στη Αμερική. Παρά την χαμηλή οικονομική του κατάσταση ο Έλληνας μετανάστης καταφέρνει να κερδίσει μια θέση στο εργαστήριο Ανατομικής του Πανεπιστήμιου της Κολούμπια και ύστερα στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ της Νέας Υόρκη.
Η ωριμότητα της προσωπικότητάς τους υπερνικά την ρομαντική πλευρά ενός ονειροπόλου νέου και φέρνει ένα ομαλό και σίγουρο έδαφος, τη Βιολογία, η οποία γίνεται στόχος της ζωής του. Η εργατικότητά του αλλά και η αφοσίωση στην έρευνα της επιστήμης του αναδεικνύει τις άπειρες δυνατότητες του. Η πανεπιστημιακή του πορεία του τον ορίζει έκτακτο και στη συνέχεια τακτικό καθηγητή ανατομίας και ιστολογίας της ιατρικής σχολής.
Οι έρευνές του από τα ινδικά χοιρίδια στρέφονται στα προβλήματα αναπαραγωγής που σχετίζονται με τα γεννητικά όργανα, τον καθορισμό του φίλου, τη λειτουργία των ενδοκρινών αδένων και των φυλετικών ορμονών.
Το 1923 η νέα του ιατρική μέθοδος εφαρμόσθηκε στις γυναίκες με σκοπό να μελετηθεί η φυσιολογική γεννητική λειτουργία και να διαγνωσθεί ο καρκίνος στον τράχηλο της μήτρας. Η κυτταρολογική αυτή μέθοδος γίνεται δεκτή το 1928 με πλήρη επιφύλαξη καθώς η επικρατούσα γνώμη υποστηρίζει πως η εφαρμογή της είναι πρακτικώς αδύνατη. Η εργασία του με τίτλο «Διάγνωσις του Καρκίνου της μήτρας μέσω των κολπικών επιχρισμάτων» κεντρίζει το παγκόσμιο ιατρικό ενδιαφέρον προκαλώντας την άμεση δοκιμασία της σε διάφορα νοσοκομεία.
Αυτή η πρωτοποριακή σκέψη κατοχυρώνει τον Γεώργιο Παπανικολάου ως θεμελιωτή του νέου επιστημονικού κλάδου της «αποφολιδωτικής κυτταρολογίας». Το Τεστ ΠαΠ όπως ονομάστηκε εν συντομία, προς τιμήν του, ανοίγει νέους ορίζοντες στο χώρο της ιατρικής. Η μέθοδός του κυριολεκτικά δίνει χαρά και πρόληψη στο γυναικείο πληθυσμό.
Το 1961, αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Νέα Υόρκη και να μεταφερθεί στο Μαϊάμι της Φλόριντα βοηθώντας στην οργάνωση ενός Καρκινολογικού Ινστιτούτου. Ένα χρόνο αργότερα, στις 19 Φεβρουαρίου, η πανεπιστημιακή επιστημονική κοινότητα συγκλονίζεται όταν πληροφορείται το θάνατό του Γεώργιου Παπανικολάου.
Η σκέψη του να σπουδάσει, να εξελιχθεί και να ξεφύγει από μια προδιαγεγραμμένη πορεία ως απλός γιατρός στο χωριό το οποίο μεγάλωσε, τον έφερε στην πρωτιά του ιατρικού κυτταροπαθολογικού κόσμου. Η οξυδέρκειά του, η μελέτη του και η αγάπη για τον κλάδο της Βιολογίας έσωσε και σώνει καθημερινά εκατομμύρια γυναίκες σε ολόκληρο τον κόσμο, δίνοντας τους την ευκαιρία για ενημέρωση και πρόληψη και τονίζοντας τη σπουδαιότητα της μεθόδου του.
Οι διακρίσεις και οι βραβεύσεις του επιβεβαιώνουν την αξία του παρόλο που στερείται το βραβείο Νόμπελ Ιατρικής. Το 1948 τιμάται με το Μπόρντεν ενώ το 1950 με τα βραβεία Αμορύ και Λασκέρ της Αμερικάνικής Ένωσης Δημόσιας Υγείας. Το 1949 χρίζεται επίτιμος διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής των Αθηνών. Το 1951 λαμβάνει το πρώτο βραβείο από το ΑΧΕΠΑ. Το 1952 δέχεται μετάλλιο τιμής από την Αμερικάνική βρίσκεται Αντικαρκινική Εταιρεία. Οι διακρίσεις δεν σταματούν αλλά αυξάνονται όταν το 1953 κρατάει το βραβείο Κυτταρολογίας της Βιέννης ενώ την ίδια χρονιά Τιμάται από τον Βασιλιά της Ελλάδας με τον Μεγαλοσταυρό του Τάγματος του Φοίνικα.
Τον επόμενο χρόνο προστίθεται το βραβείο σύγχρονης Ιατρικής για διακεκριμένο επίτευγμα. Ακολουθούν τα βραβεία Μπέρτνερ, Παζανό, το μετάλλιο τιμής του Γεωργίου του πρώτου, από την Ελληνική Κυβέρνηση και το βραβείο Κλέμεντ Κλίβελαντ.Την χρονιά του 1957 ορίζεται επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών καθώς του απονέμεται η ανώτατη τιμητική διάκρισή της. Η τελευταία του διάκριση αποτελεί το βραβείο του ΟΗΕ.
Μαριαλένα Βιλλιώτη