Σύμφωνα με επιστημονικές παρατηρήσεις χρειάζεται η συνεργασία ενός μεγάλου αριθμού μυών, προκειμένου το ανθρώπινο πρόσωπο να καταφέρει να σχηματίσει ένα υποτυπώδες χαμόγελο στην περιοχή του στόματος. Από ένα σκαστό γελάκι μέχρι ένα τεράστιο χαμόγελο μέχρι τα αφτιά, είτε με τη συνοδεία ή την απουσία γέλιου, ένα χαμόγελο βρίσκεται πάντοτε στα χείλη των ανθρώπων με την κατάλληλη ευκαιρία. Η αφορμή μπορεί να είναι κάτι, φαινομενικά, ασήμαντο ή κάτι που μας εξάπτει το ενδιαφέρον και μας προκαλεί έντονα συναισθήματα χαράς και ευεξίας. Σε οποιαδήποτε περίπτωση αφηνόμαστε στο σχηματισμό του, ο οποίος υποδηλώνει, είτε έμμεσα είτε άμεσα, την ευφορία μας.
Γιατί όμως έμμεσα θα αναρωτιόταν κανείς; Η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι απρόβλεπτη. Με το πέρασμα των χρόνων και την ανάπτυξη και τη διαμόρφωση, ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες και τις βιολογικές ανάγκες του περιβάλλοντος χώρου και η συμπεριφορά μας αλλάζει απέναντι σε πρόσωπα και καταστάσεις. Εξετάζουμε, ασυναίσθητα, τον εσωτερικό μας κόσμο, προσαρμοζόμαστε στα όποια δεδομένα, είτε με πλήρη επιτυχία είτε με δυσκολία και τιθασεύουμε το είναι μας, με στόχο την πιο συμφέρουσα, για κάποιους, όχι για όλους, λειτουργικότητά του. Ετσι ο άνθρωπος μαθαίνει να υποκρίνεται και μέσα σε αυτήν τη δίνη της συναισθηματικής καταπίεσης παρασέρνει και το τελευταίο οχυρό της ειλικρίνειάς του. Προσθέτει χαλινούς στο χαμόγελο και το ετεροκατευθύνει όπου αυτός το κρίνει σκόπιμο. Η αλήθεια σβήνει από το στόμα του και πλέον φαντάζει όπως το ανδροειδές Τ-800, το οποίο μόνον αμηχανία προκαλούσε με την κάθε απόπειρα γέλωτος στο μικρό προστατευόμενό του.

Σε άλλες εποχές το γέλιο και το χαμόγελο θεωρούνταν πράγματα απόκοσμα, επικίνδυνα, ακόμη και άχρηστα. Στο Ονομα του Ρόδου ο μοναχός Χόρχε απαγορεύει σε όλους τους ηγούμενους της μονής να χαμογελούν, διότι το γέλιο είναι μεγάλη αμαρτία, φερέφωνο του Σατανά (για αυτό φυλάει το δεύτερο, χαμένο, βιβλίο της Ποιητικής του Αριστοτέλη ως κόρην οφθαλμού, μεγάλη ειρωνεία εάν αναλογιστεί κανείς ότι ο συγκεκριμένος μοναχός είναι τυφλός, μακριά από φιλέρευνα πνεύματα). Σε παλαιότερες φωτογραφίες των μέσων του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου θα παρατηρήσει κανείς σε όλα τα πρόσωπα ένα αγέρωχο βλέμμα, δίχως καμία σύσπαση των χαρακτηριστικών τους. Οι οδηγίες των φωτογράφων ήταν αυστηρότατες. Απαγορευόταν δια ροπάλου να χαμογελάει κανείς κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης. Ηταν αγενέστατο και υποδείκνυε ότι αυτός που αποτυπωνόταν στη φωτογραφία ήταν κατωτάτου επιπέδου. Αφήστε που πολλοί φοβόντουσαν μην τους κλέψει την ψυχή το νέο μηχάνημα και έκριναν ότι η σοβαρότητα ήταν η καλύτερη άμυνα απέναντί του.
Ομως όσο το μυαλό δουλεύει και νέες ανακαλύψεις έρχονται στο προσκήνιο, η νοοτροπία των ανθρώπων αλλάζει, Το πνεύμα απελευθερώνεται και η καταπίεση λαμβάνει τέλος. Το χαμόγελο και το γέλιο εξαπλώνονται σαν μεταδοτική ασθένεια και κολλούν στα χείλη των ανθρώπων που τόσο ανάγκη το έχουν. Να και η καλή, η ειλικρινής πλευρά αυτής της μυικής ιδιότητας. Σε δύσκολες περιστάσεις ένα γέλιο μπορεί να επαναφέρει το σπασμένο ηθικό κάποιου και να τονώσει την παραμελημένη ελπίδα του. Αμέσως του δίνει φτερά και του προσφέρει μιαν άλλη οπτική στις καταστάσεις. Δεν τον απομακρύνει από το πρόβλημα, απλώς του δίνει την ευκαιρία να το αντιμετωπίσει με αξιοπρέπεια και με μεγαλύτερη διαύγεια πνεύματος. Μπορεί από κάποιους αυτό να κρίνεται, εν μέρει, υποκριτικό, αλλά και η εισδοχή μιας κατάστασης δεν είναι και ό,τι πιο υγιεινό, ενώ η συνειδητοποίησή της και η αντιμετώπισή της είναι.
Ομως έρχονται κάποιες στιγμές που ομολογούμε ότι αυτό δεν ταιριάζει σε όλους. Κάποτε δυό φίλοι συζητούσαν και το κορίτσι γύρισε και είπε στο αγόρι, με μια ελαφρά αίσθηση τρόμου, ότι δεν του πήγαινε καθόλου το γέλιο. Προφανώς δεν αναφέρομαι σε μια σκηνή από μέτρια ταινία τρόμου με την παρουσίαση του κεντρικού δολοφόνου. Είναι γεγονός ότι έχουμε την τάση να ταυτίζουμε πρόσωπα με καταστάσεις και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία αυτοί διαθέτουν. Δεν κάνουν αυτοί καμία προσπάθεια να κρύψουν τον ψυχικό τους κόσμο, δεν χρειάζεται άλλωστε και αποκαλύπτονται μπροστά σε όλους σε όλο τους το μεγαλείο. Είναι σίγουροι, όμως, ότι δεν φορούν ένα προσωπείο; Χωρίς να το θέλουν, έχουν δημιουργήσει, με τη σειρά τους, ένα χαρακτήρα, ο οποίος δεν τους εκφράζει απολύτως, με αποτέλεσμα να γίνονται, κάποτε, παρεξηγήσιμοι από τους γύρω τους, μέχρι, φυσικά, να τους μάθουν. Οι συνθήκες διαβίωσης, οι όποιες εμπειρίες, κάποια άσχημα στραβοπατήματα στο διάβα της ζωής να έπλεξαν τη μάσκα της τραγωδίας και να τους την πρόσφεραν, με ανταμοιβή αυτή της κωμωδίας. Θελουν να γελάσουν και δεν μπορούν; Συνήθισαν να είναι μουτρωμένοι; Κυκλοφορούν, άραγε, ανδροειδή αναμεσά μας; Είναι αδύνατον να γνωρίσει κανείς τις συνθήκες που διαμόρφωσαν αυτό τον άνθρωπο, τουλάχιστον μέχρι ο ίδιος να τις απακαλύψει σε ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης. Τότε μόνο μπορεί να τον δικαιολογήσει. Και ας είμαστε σίγουροι ότι αυτά τα άτομα δεν θα σπεύσουν να απορρίψουν το γέλιο. Ενδεχομένως να μην προσαρμοστούν τόσο εύκολα, όμως κανείς δεν θα έλεγε ποτέ ‘’όχι’’ σε ένα σωτήριο φάρμακο. Ας το έχουμε αυτό στο νού μας, λαμβάνοντας υπόψη και ένα από τα μεγαλύτερα χαρακτηριστικά όλων, σχεδόν, των κωμικών του κόσμου.
Το γέλιο είναι ευεργετικό, για αυτό και πολλοί επιδίδονται εις άγραν του. Η αυθεντικότητά του σπανίζει στις μέρες μας, όμως όταν βρίσκεται, μονοπωλεί το ενδιαφέρον μας και διορθώνει τις όποιες λαβωματιές του είναι μας. Ποιά είναι αυτά τα δεδομένα, τα οποία αποτελούν εχέγγυα για την εμφάνισή του, είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς, καθώς αυτά ποικίλλουν για τον καθέναν από εμάς. Πάντως το ταξίδι της απόκτησης ή και της επανάκτησής του αξίζει τον κόπο. Και εάν γνωρίζετε κάποιον που ξέρετε ότι είναι ευχάριστος, αλλά δεν το δείχνει, μην ανησυχείτε. Θα εκδηλωθεί όταν θα έλθει η κατάλληλη στιγμή. Προς το παρόν χαμογελάτε, να γίνει μεταδοτικό, γιατί χανόμαστε!
Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός