Διαβάζοντας τα «Σκαλαθύρματα» του Ροΐδη

Παιγνιώδης, αθεράπευτα ειρωνικός, σκανδαλώδης Ροΐδης. Ποιος θα μπορούσε στ’ αλήθεια να φανεί καταλληλότερος στην συγγραφή αυτών των σύντομων πραγματειών, αυτών των σοφιστικορητορικών παιγνίων;

Γεννημένος το 1836 στην Ερμούπολη της Σύρου και γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, ο Ροΐδης έμελλε να αφήσει το ιδιότυπο στίγμα του στην λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Το 1841 ο πατέρας του διορίζεται πρόξενος στη Γένοβα και ο μικρός Εμμανουήλ τον ακολουθεί. Εκεί, μαθαίνει ιταλικά και έρχεται σε επαφή με τα κηρύγματα της επανάστασης του 1848 – 1849. Την ίδια περίοδο της πολιτικής αμφισβήτησης στην Γαλλία, ταυτόχρονα υπάρχει και ένα κλίμα έντασης που δημιουργεί συρράξεις και εναντίον των φορέων της Εκκλησίας, γεγονός που δεν τον αφήνει ανεπηρέαστο. Ο Ροΐδης στα δεκατρία του επιστρέφει στη Σύρο, όπου συνεχίζει κανονικά τα μαθήματά του σε ελληνικό σχολείο της Ερμούπολης, με εκπαίδευση στραμμένη στο προτεσταντικό δόγμα. Εκείνη την περίοδο, πρωτοφανερώνεται και το ενδιαφέρον του για την λογοτεχνία. Το 1855, μετά τις σπουδές του στη Σύρο, καταφεύγει στο Βερολίνο, για να γιατρέψει την ακοή του και για περεταίρω σπουδές, χωρίς όμως να τις ολοκληρώσει ποτέ. Ταξιδεύει πολύ, ζει ως κοσμοπολίτης, διαβάζει και από το 1862 κι έπειτα, εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπου αφοσιώνεται στη συγγραφή.

Το 1866, τυπώνει την πρώτη έκδοση του έργου του «Η Πάπισσα Ιωάννα», υβριδικό κείμενο δηκτικής σάτιρας της σύγχρονης του συγγραφέα πολιτικής, κοινωνικής, εκκλησιαστικής και πνευματικής κίνησης υπό το πρόσχημα της μελέτης των ηθών της μεσαιωνικής ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Δημιουργεί άπειρες αντιδράσεις καλές και κακές, κερδίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τη δημοσιότητα. Ωστόσο, η Ιερά Σύνοδος τον αφορίζει χαρακτηρίζοντας το έργο σκανδαλώδες. Ο Ροΐδης, παράλληλα, ασχολείται και με την δημοσιογραφία και κυρίως, με την πολιτική αρθρογραφία τασσόμενος φανερά στο πλευρό του Τρικούπη για όλα τα χρόνια της ζωής του. Επιπλέον, δημοσιεύει λογοτεχνικές μεταφράσεις και κριτικά δοκίμια λογοτεχνίας, αισθητικής, ζωγραφικής και μουσικής.

Σκαλαθύρματα

Ας επανέλθουμε, όμως, στη δεκαετία του 1890 που μας ενδιαφέρει. Τα έτη 1897 και 1898, συνεργάζεται με την εφημερίδα Εμπρός, όπου δημοσιεύει μια σειρά από περιπαιχτικά κείμενα, τα οποία μοιάζουν με ρητορικές ασκήσεις και ονομάζονται «Σκαλαθύρματα». Νωρίτερα, την ίδια δεκαετία, τον εντοπίζουμε στο περιοδικό Παρνασσός (1891-1894) και στην εφημερίδα Εστία (1896), να δημοσιεύει τέτοιου είδους κείμενα. Σε αυτά τα σοφιστικά παίγνια αναπτύσσει πάντοτε μια παράδοξη ιδέα. Μερικοί ενδεικτικοί τίτλοι: Απόκρυφα και συναξάρια, Γίγαντες και νάνοι, Ο καθρέπτης του Αρχιμήδου, Τα χρήσιμα ελαττώματα και Τα ευτυχήματα της αρρωστίας. Ο Ροΐδης είχε ειδικευτεί σε αυτά.

Γνήσιος λαξευτής του λόγου επιχειρεί να αναστρέψει παραδεδομένες «αλήθειες» και να ενστερνιστεί ο ίδιος και το κοινό του φαινομενικά παράδοξους συλλογισμούς. Μέσα από αυτά τα κείμενα, διακρίνουμε τον Ροΐδη καθαρότερα, ως είρωνα και παρωδό,

γλωσσο-παίχτη και ρήτορα. Η σάτιρα είναι το στοιχείο του και αυτό αναδεικνύεται σαφέστερα κυρίως, στα δύο σκαλαθύρματά του με τίτλους: Τα χρήσιμα ελαττώματα και Τα ευτυχήματα της αρρωστίας. Ειδικότερα, στο πρώτο, ξεκινώντας με το επιχείρημα ότι αυτός που είναι ανάξιος και βλάκας μπορεί πολύ πιο εύκολα να ανέλθει σε υψηλότερα κοινωνικά στρώματα και θέσεις, επιστρατεύει μια σειρά από ρητορικά επιχειρήματα, για να υποστηρίξει την θέση αυτή. Στο τέλος, φυσικά, αιχμηρός, όπως πάντα, αφήνει να εννοηθεί ότι αυτοί που τώρα διοικούν και εξουσιάζουν είναι ανίκανοι(!). Στο δεύτερο σκαλάρθυμα, εξηγεί το γιατί αυτός που είναι άρρωστος είναι ευτυχισμένος. Με αυτοαναφορική διάθεση, χαρακτηριστική του συγγραφέα, ξεκινά την πραγματεία του, αποστρεφόμενος προς τον αναγνώστη και υπενθυμίζοντάς του τα θετικά που είχαν οι μέρες που αρρώστησε τελευταία φορά. Έτσι, ξεκινά μια ακόμη ακολουθία παράξενων, εκ πρώτης όψης, επιχειρημάτων που καταδεικνύουν την αξία του να είσαι άρρωστος. Σύμφωνα με τον Ροΐδη αυτά που κερδίζεις είναι περισσότερα από αυτά που χάνεις.

Ένα ακόμη «σκαλάθυρμά» του, το οποίο αναφέραμε και νωρίτερα, φέρει τον τίτλο Γίγαντες και νάνοι. Σε αυτό εκτός από την σατιρική διάθεση και το αψεγάδιαστο χιούμορ του συγγραφέα, παρατηρούμε και κάποια ακόμη χαρακτηριστικά της τροπικότητας του. Ο Ροΐδης με αυτό το κείμενο αναφέρεται στους μύθους και τις αλήθειες που αφορούν το ύψος των ανθρώπων. Περισσότερο ενδιαφέρον από το θέμα του κειμένου, έχει ο τρόπος που το χτίζει. Διακρίνουμε σε αυτό χαρακτηριστικά της γραφής του που επανέρχονται και σε άλλα κείμενά του. Πιο συγκεκριμένα, από την αρχή ως το τέλος, παρακολουθούμε έναν Ροΐδη – ανοιχτή βιβλιοθήκη. Οι αναφορές του σε άλλα έργα και συγγραφείς πληθαίνουν καθώς το διαβάζουμε, οι ιδιότροπες παρομοιώσεις και οι ψηλαφητές εικόνες μεταφέρουν με ακρίβεια και δημιουργικότητα τις σκέψεις του. Ο συγγραφέας δε χάνει την ευκαιρία να ειρωνευτεί κληρικούς, ενώ δε λείπει και μια ελαφριά διάθεση εμπαιγμού των εβραίων και των γυναικών.

Στο σύνολό του, εντέλει, το έργο του Ροΐδη αποδεικνύεται μοναδικό. Πρωτοπόρος, με ευρωπαϊκές καταβολές, άξιος σχολιαστής της σύγχρονής του κοινωνικής πραγματικότητας, καυστικός και οξυδερκής. Μπορεί οι ιδέες του καμιά φορά να προκαλούν, αλλά ομολογουμένως, αυτός ο αρνητής διανοούμενος προσφέρει κάτι παραπάνω από απλή διασκέδαση. Αξίζει να δούμε τα κείμενά του με μια ευνοϊκότερη και σχολαστικότερη ματιά. Προτρέπω, λοιπόν, τον αναγνώστη να διαβάσει εκτός από την «Πάπισσα Ιωάννα» και τα «Σκαλαθύρματα», για τα οποία έγινε λόγος και διηγήματα του Ροΐδη, όπως την «Ψυχολογία Συριανού συζύγου», ώστε να σχηματίσει μια ολοκληρωμένη εικόνα του ιδιότροπου αυτού λογοτέχνη.

Γεωργία Δημητριάδου