<<Είσαι ότι πιο δυνατό ρίσκαρα>> διάβασα κάποτε σε μια εικόνα ψάχνοντας βαριεστημένα στο διαδίκτυο.
Χάθηκα στα μονοπάτια του μυαλού. Δεν θυμάμαι πόση ώρα κοιτούσα τη λεζάντα που με γύρισε πίσω σε σένα, όσο κι αν προσπαθούσα μην το κάνω, όσο κι αν πίστευα πως πήγα τη ζωή μου ένα βήμα μπροστά μετά από εκείνο το τελευταίο ανοιξιάτικο ξημέρωμα που μας βρήκε μαζί…Εγώ να σου μιλάω για τα μισά από αυτά που ήθελα στην πραγματικότητα και εσύ απλά να με κοιτάς σιωπηλός, αμήχανος, ανήμπορος να αρθρώσεις λέξεις.
Είχες στηλώσει το βλέμμα σου έξω από το παράθυρο, μου έδειχνες την αδιαφορία σου, αλλά εγώ εκεί να προσπαθώ να κλέψω δυο λέξεις σου μόνο συγκρατώντας τα δάκρυα, που έψαχναν αφορμή να κυλήσουν βουβά στα μάτια μου. Μαλώνα την καρδιά μου να χτυπά χαμηλά, για να μην ακούσεις την αγωνία που προκαλούσε η σιωπή σου.
Ευχόμουν απελπισμένα να μου πεις κάτι, να κάνεις κάτι τα γυμνά μου κομμάτια. Για κάποια ώρα δεν μιλούσα, απλά σε κοιτούσα και ήλπιζα να κάνεις τον κόπο να μου πεις την σκέψη σου, να μου εξηγήσεις, να με κρατήσεις να μην φύγω, να μάθω πως ένιωθες τα λόγια μου. Η πόρτα πίσω μου έκλεισε με ορμη.
Δεν με σταμάτησες, πάτησες γκάζι και έφυγες, κρύφτηκες μέσα στο μαύρο της νύχτας και εξαφανίστηκες. Ανέβηκα τρέχοντας στο σπίτι μου, άφησα την καρδιά μου να κυλήσει στα πόδια μου, έκλεισα την πόρτα καθώς της έλεγα να σωπάσει… Αύριο που άλλη μέρα θα ξημέρωνε, θα σκεφτόσουν και όλα θα πήγαιναν καλά.
Πέρασαν μέρες, εβδομάδες, μήνες…Σε έβλεπα συχνά. Στα στέκια μας συνέχιζες να πηγαίνεις και ας ήξερες πως θα με δεις. Για μια στιγμή σκέφτηκα να μην πηγαίνω πια γιατί η καρδιά μου θα έσπαγε αλλά αποφάσισα πως αυτό δεν μου άξιζε..
Οι φίλοι μου ρωτούσαν τι συνέβη και το παράπονο με έπνιγε όταν έλεγα «Τίποτα, θα περάσει απλά θέλουμε χρόνο» ανέφερα για να το πιστέψω και γω η ίδια… Έβλεπα τα παιχνίδια σου, το χαμόγελο σου, τα πειράγματά σου και έπαιρνα θάρρος. «Πήρε το χρόνο του, θα μου μιλήσει επιτέλους» έλεγα διστακτικά. Οι μήνες πέρασαν, έγιναν χρόνος… Όμως περίμενα ένα σημάδι από σένα. Κάτι να μου δείξει ότι με θες στη ζωή σου.
Όσο περνούσε ο καιρός τα συναισθήματα μου χάνονταν. Τα καταπίεζα για να μην σου δείξω ότι νιώθω ακόμα, ότι αποσυντονίζομαι και μόνο στην ιδέα ότι είσαι στον ίδιο χώρο μαζί μου, ότι τα βλέμματά μας συναντιούνται που και που και η καρδιά αναθαρρεύει. Ρίσκαρα για σενα παραπάνω από όσα υπολόγιζα, από όσα είχα δεδομένα πριν σε δω για πρώτη φορά.
Στον έρωτα το ρίσκο δίνει δύναμη λένε. Δεν του ταιριάζουν ενοχές μα εσύ μου δημιούργησες τη μεγαλύτερη. Να ντρέπομαι που σου μίλησα, που σε ερωτεύτηκα.
Ήθελα τόσο να’μαι δίπλα σου που ένιωσα χωρίς έλεγχο. Να ξυπνάω μαζί σου, να νιώθω τις αγωνίες σου, να ρισκάρω για να είμαι μαζί σου…στην αγκαλιά σου. Εσύ όμως δεν κατάλαβες καμία από τις λέξεις που έβγαιναν από το στόμα μου δεν ξέρω καν αν σεβάστηκες το γεγονός ότι σε είχα ερωτευτεί άσχετα που δεν στο είπα αλλά στο έδειχνα.
Για όλους ήταν κοινό μυστικό, το θέμα συζήτησης. Προσπαθούσα να τους πείσω όλους μαζί με τον εαυτό μου ότι ήσουν κάτι περαστικό, ότι δεν σε αγάπησα ποτέ, ότι δεν ένιωσα τίποτα για σένα ποτέ. Πληγωνόμουν που δεν έμαθα ποτέ τι σου είχαν προκαλέσει τα λόγια μου.. Λαχταρούσα για μια ματιά, ένα άγγιγμα… Τη ζωή σου προχώρησες και γω πια είμαι θεατής σε ένα θέατρο που αναγκαστικά παρακολουθώ.
Σε αρνιόμουν από τα όνειρα μου, σε έβγαζα από τη σκέψη μου βίαια για να σε ξεριζώσω, να μην βλέπω τα μάτια σου μπροστά μου… «Όλα είναι καλά» με έπειθα συνεχίζοντας να ζω σαν να μην υπήρξες.. Σε όλους τους οικείους μου μιλούσα για σένα.. Με πείραζε που έπρεπε να είμαι άνετη για να σε κάνω να με προσέξεις. Να μην πεις ποτέ πως σε ενόχλησα.
Έτσι λίγο-λίγο κέρδιζε η λογική βυθίζοντας τα συναισθήματα μου στον πάτο.. Η ανάσα μου κοβοταν όταν σε πετύχαινα τυχαία αλλά προλαβαίνα να το κρύψω, να μην φανεί η αδυναμία στα μάτια μου… Αρνήθηκα την αγάπη μου, είπα σε ξέχασα, υποστήριζα σθεναρά ότι δεν ήσουν τίποτα για μένα. Μια συνηθισμένη γνωριμία, τίποτα δυνατό, τίποτα ουσιαστικό.
Ρίσκο ήσουν και το πήρα χωρίς να αναλογιστώ τις συνέπειες που είχε πάνω μου. Κάθε φορά που σε έβλεπα σου χαμογελούσα απλά… Σε πειράζα όπως πριν, για να μην νιώθεις αμήχανα…Άραγε τι να σκέφτηκες εκείνη τη νύχτα αναρωτήθηκα και επέστρεψα στην πραγματικότητά μου…
Μαριαλένα Βιλλιώτη