Ένα βιβλίο..μια ιστορία.

Γεννημένος κάτω απ’ τον πρόλογο ενός παραμυθιού και μεγαλωμένος ανάμεσα στα γράμματα και τις φανταστικές εικόνες ενός ήσυχου παραμυθένιου κόσμου, που απ’ την μια σε φόβιζε κι έκλαιγες κι απ’ την άλλη σε έκανε να χαίρεσαι και να γελάς.

Και να ρουφάς με το μυαλό και τα μικρά σου μάτια, ζουμερές εικόνες παρακαταθήκης, ήχους γνώριμους απ’ την κοιλιά και να σκουπίζεις τα πονεμένα δάκρυα στο μανίκι της συγχώρεσης και στο λασπωμένο πανωφόρι της παιδιάστικης ανεμελιάς.
παραμυθένιος κόσμοςΚαι γινόσουν ένα με τα μάγια και τις μάγισσες της καλοσύνης, με τους δράκους της συμπόνιας και με τις άκαες σπίθες μιας μετανοιωμένης καρβούνας που έκλαιγε για τα λάθη που’ χε κάνει.

Κι ας ήσουν μόνος, κι ας φοβόσουνα τα γράμματα, που έμοιαζαν πέτρες, οι τόνοι στάλες βροχής, οι εικόνες τείχη άπαρτα κι η φωτιά κυματισμένη θάλασσα από κόκκινες και κίτρινες φλόγες που χόρευαν αγκαλιασμένες στην ίριδα των παιδικών σου ματιών, τον χορό της βροχής.

Ήσουν μόνος αλλά είχες παρέα τις μάγισσες, τους δράκους, την βροχή, την φωτιά, την θάλασσα και την παιδική αθωότητα.

Και μεγάλωσες και κοντεύεις να γεράσεις και ξέχασες.

Ψάχνοντας κάποια στιγμή στο μπαούλο των ανάκατων παιδικών αναμνήσεων, μουχλιασμένο απ’ τα ραπίσματα του χρόνου και την ζήλια της ατάλαντης υγρασίας, αποφάσισα να ανοίξω την ρυτιδιασμένη απ’ τον πόνο σακούλα που περίμενε χρόνια και χρόνια στην γωνιά της υπομονής, να σηκώσει κάποιος το βαρύ φορτίο που περιείχε.

Την άνοιξα απαλά να μην διαλυθεί το περιεχόμενο.

Ένα βιβλίο.

Χωρίς εξώφυλλο, χωρίς παλτό να αγκαλιάζει τα πονεμένα του σωθικά.

Ένας πρόλογος.

Είναι παραμύθι.

Παραμύθι με μάγισσες αγκαλιασμένες απ’ το κρύο της βροχής, δράκοι φοβισμένοι απ’ την αδιάβαστη λησμονιά, μια άσβεστη καρβούνα που ακόμα σιγοψιθυρίζει στίχους προσευχής, μια ακύματη θάλασσα γαλήνης και μια παιδική αθωότητα νεκρή.

Στα χέρια μου διαλύθηκε σαν να εκπλήρωσε το νόημα της δικής του προφητείας.

Το ξαναείδε και το διάβασε επιτέλους αυτός, που μεγάλωσε μαζί του.

Κώστας Παρδάλης