Ακόμη και στη σημερινή εποχή κάποιος, ο οποίος ολοκληρώνει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έχοντας τη διάθεση να αναπολήσει το σχολικό του παρελθόν, καταφεύγοντας στα μαθητικά χρόνια του Γυμνασίου, εάν του ζητούσαν να αναφέρει κάποιο χαρακτηριστικό κείμενο που διδάχτηκε, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα επέλεγε τα Ομηρικά Επη. Τόσο η Οδύσσεια, όσο και η Ιλιάδα έχουν ‘’στοιχειώσει’’ γενεές μαθητών και μαθητριών, με την καλή έννοια πάντοτε, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Δόθηκε η ευκαιρία σε πολλούς να ταξιδέψουν μαζί με τον πολυμήχανο Οδυσσέα, να γνωρίσουν διάφορους τόπους και να συμπάσχουν με το μαρτύριο του ήρωα, μέχρι να φτάσει στην πολυπόθητη πατρίδα του, την Ιθάκη. Από την άλλη, κάποιος είχε το περιθώριο να απολαύσει τους μονολόγους των αρχηγών των Αχαιών, να μαγευτεί με τις περιγραφές των μαχών και να δώσει κουράγιο στου ηττημένους Τρώες και ιδίως στα πρόσωπα, τα οποία βίωναν την απώλεια περισσότερο από τους υπόλοιπους, όπως ο Πρίαμος, η Ανδρομάχη και η Εκάβη.
Αφορμή για αυτή την αναφορά στο γυμνασιακό παρελθόν, η οποία θα διανθιστεί με λεπτομέρειες πάνω στα κείμενα στην πορεία, αποτέλεσε μια ομολογουμένως ανήθικη πρόταση, η οποία έγινε σε ένα σχολείο στην πολιτεία της Μασαχουσέτης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Κάποιοι από τους καθηγητές σε ένα γυμνάσιο της περιοχής έκαναν την πρόταση να εξοβελιστούν από το πρόγραμμα σπουδών τους δύο από τις μεγαλύτερες πένες του παγκοσμίου λογοτεχνικού ρεπερτορίου. Ο ένας είναι ο Ομηρος. Ο άλλος είναι ο Σάιξπηρ. Αλίμονο σε αυτή την πολυπολιτισμική, στον πυρήνα της, χώρα, η οποία επιθύμησε αν αποδιώξει από το πλαίσιο της διανόησής της έναν Ελληνα και έναν Αγγλο. Οι λόγοι αυτής της απόφασής τους είναι όμως πιο φαιδροί. Ο πρώτος κατηγορήθηκε για σεξισμό και ο δεύτερος για ρατσιμό μέσω των γραπτών τους.
Τα σημεία των καιρών ορίζουν ότι τα παλαιότερα λογοτεχνικά κείμενα ελέγχονται πλέον μέσα από το μικροσκόπιο του Ρεαλισμού, άσχετα από τη λογοτεχνική τους προέλευση και το είδος, στο οποίο ανήκουν. Πολλοί είναι αποφασισμένοοι να τα κατεβάσουν από το υψηλό βάθρο τους και να τα εξισώσουν με την καθημερινότητα του παρόντος μας. Βέβαια, κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση. Είναι γεγονός ότι τα γούστα και η νοοτροπία των ανθρώπων αλλάζουν από καιρού εις καιρόν. Αρκετοί συγγραφείς χλευάστηκαν, αποσιωπήθηκαν, κυνηγήθηκαν και κατηγορήθηκαν για τα γραπτά τους και τις ιδέες τους, όμως στην πορεία του χρόνου έγιναν αποδεκτοί και κέρδισαν επάξια μια θέση στο πνευματικό πάνθεον. Κάθε δημιούγργημα φτιάχνεται κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη, όχι πάντοτε φυσικά, τις κοινωνικές συνθήκες, τις μόδες και το σκεπτικό των ανθρώπων. Μέσα σε όλον αυτό τον πόλεμο και τη δημιουργία της λογοτεχνίας, κάποια έργα, είτε ποιητικά είτε πεζογραφικά, κατάφεραν να αντέξουν στο πέρασμα του αδυσώπητου χρόνου και να μετατραπούν σε κλασικά αναγνώσματα, τα οποία συντροφεύουν τους διανοητές, οι οποίοι επιθυμούν να υπερηφανεύονται ότι είναι όντως πνευματικοί άνθρωποι. Αλλωστε είναι και της μόδας τα τελευταία χρόνια να αναρτώνται διάφοροι κατάλογοι με βιβλία, τα οποία ένας άνθρωπος, ο οποίος σεβεται τον εαυτό του, οφείλει να διαβάσει μια φορά στη ζωή του.
Στο πνεύμα σχεδόν τίποτα δεν είναι τυχαίο. Μέσα από ένα βιβλίο μπορεί κάποιος να λάβει πληροφορίες σχετικά με τα ιστορικά δεδομένα της εποχής, όπου αυτό γράφτηκε. Εχει τη δυνατότητα να μάθει τις ενδόμυχες σκέψεις κάποιων και να κατανοήσει καλύτερα το σκεπτικό της εποχής, χωρίς απαραίτητα να συμφωνεί με αυτό. Πολλά από τα παλαιά δεδομένα έχουν καταρριφθεί και δεν αντιμετωπίζονται με την ίδια ανοχή που αντιμετωπίζονταν τότε. Ο πραγματικά ορθώς σκεπτόμενος δεν θα απέρριπτε τον Ομηρο, με την κατηγορία του σεξιστή, έχοντας υπόψη του τα κοινωνιολογικά δεδομένα του 12ου, του 8ου και του 6ου αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με το σήμερα, ο τρόπος αντιμετώπισης των γυναικών του τότε είναι όντως κατακριτέος, αλλά κάτι τέτοιο δεν θα έπρεπε να μας απέτρεπε από το να ασχοληθούμε με το κείμενο καθ’ εαυτό. Ισα ίσα που αυτή η συνθήκη, με την προϋπόθεση ότι θα μελετηθεί σωστά και θα κατανοηθεί στο έπακρο από όλους και ευτυχώς υπάρχουν πολλοί κλασικοί φιλόλογοι, κοινωνικοί ανθρωπολόγοι και λαογράφοι, οι οποίοι γνωρίζουν τη δουλειά τους, θα μπορέσει να λειτουργήσει ως ένα παράδειγμα, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για αποφυγή τέτοιων πρακτικών.
Με την ίδια λογική δεν είναι δυνατόν να κατηγορηθεί ένας Σάιξπηρ για ρατσισμό, έχοντας χρησιμοποιήσει χαρακτήρες διαφόρων εθνικοτήτων, πέρα από τη γενέτειρά του και έχοντας έναν Οθέλλο στο συγγραφικό του ενεργητικό. Είναι τουλάχιστον τραγελαφικό, με το αίσχος την αγανάκτηση και την υποκρισία να υποκρύπονται σε αυτό το αίσθημα, να γίνεται λόγος για ρατσιμό από αμερικανικά χείλη. Εάν ανατρέξει κανείς σε διάφορα κομμάτια της αμερικανικής ιστορίας, και στα πεντακόσια χρόνια της, δεν υπάρχει περίπτωση να μην πέσει επάνω σε καταστάσεις όπου το δουλεμπόριο και η σκλαβιά υπήρξαν κάτι το φυσιολογικό, με το μοναδικό πρόεδρο, ο οποίος ήταν αποφασισμένος να καταργήσει αυτή την κατάσταση, να δολοφονηθεί, με την περιθωριοποίηση σκουρόχρωμων κοινωνικών ομάδων ενεργή ακόμη και σήμερα σε όλη την, κατά τα φαινόμενα προοδευτική, ήπειρο, με την εκλογή μαύρου προέδρου μόλις το 2008 και την προβολή μιας μαύρης πριγκίπισσας από την εταιρία κινουμένων σχεδίων της Ντίσνεϋ περίπου ενενήντα χρόνια από τη δημιουργία της.
Η υποβάθμιση των κλασικών σπουδών είναι ένα φαινόμενο, το οποίο αρχίζει να γίνεται εμφανέστερο τα τελευταία εκατό χρόνια. Οι δικαιολογίες φαντάζουν πάντοτε οι ίδιες. Η γνώση τους είναι παρωχημένη, η γλώσσα είναι δύσκολη και τα θέματα άσχετα με την πραγματικότητα και σε ακραίες περιπτώσεις κοινωνικά ασύμφορα. Απέναντι σε αυτή την άποψη οφείλεται να αντιταχθεί σύσσωμη η πνευματική κοινότητα, η οποία έχει ουσιαστική γνώση του πράγματος και αληθινή αγάπη για αυτά τα κείμενα, τα οποία έχουν χαράξει τη δική τους πορεία στο χρόνο και έχουν δώσει τόσα εναύσματα για σκέψη, αμφισβήτηση, καινοτομία και έμπνευση. Με αυτήν τη λογική θα έπρεπε να απαγορευτούν και κείμενα, τα οποία απεικονίζουν βία, τζογάρισμα, αδιαφορία και εξιδανίκευση. Την επόμενη φορά που θα γίνει λόγος για κάποιον άλλον από τους στηλοβάτες της λογοτεχνίας, ασχέτως καταγωγής, ας είμαστε περισσότερο προσεκτικοί, μα πάνω από όλα υποψιασμένοι για το υλικό που παρέχεται και την εγκυρότητα της κατηγορίας. Στη σημερινή εποχή έχουμε την ευτυχία να απολαμβάνουμε τους κλασικούς όλων των ειδών από αξιόλογες, στη βάση τους, μεταφράσεις. Ας συνεχίσουμε να τους δίνουμε την ευκαιρία να μας λένε κάτι από το παρελθόν, ώστε να το επεξεργαζόμαστε στο παρόν και να διαπλάθουμε το μέλλον μας.
Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός