Είναι αδιαμφισβήτητο ότι ένα απο τα πολυτιμότερα πνευματικά αγαθά του ανθρώπου καθίσταται η μουσική, αυτή η σειρά διαφόρων ήχων, η οποία, δομημένη κατάλληλα, βγάζει ένα συγκεκριμένο ακουστικό νόημα, το οποίο είναι διαφορετικό κάθε φορά, εμφανίζεται σε μεγάλη ποικιλία και απηχεί τα γούστα όλων των ανθρώπων. Αποτελεί έναν κώδικα επικοινωνίας, μια παγκόσμια γλώσσα, την οποία όλοι κατανοούν και σχεδόν όλοι ασπάζονται ως μέσο διασκέδασης και ψυχαγωγίας. Η μουσική μας συντροφεύει από τη στιγμή της γέννησής μας μέχρι τη στιγμή του θανάτου μας,. Εκφράζει την ψυχική μας κατάσταση και δίνει λύση, έστω και εικονικά, σε πολλά από τα προβλήματά μας. Από τη συνοδεία λατρευτικών δοξασιών, μέχρι την προετοιμασία ενός νανουρίσματος ξεδιπλώνει το εύρος της και μας παρουσιάζεται, άλλοτε σε όλο της το μεγαλείο, μέσα στην πολυπλοκότητά της, άλλοτε απλή, λιτή και απέριττη, έχοντας ωστόσο κάνει τη δήλωσή της. Πόσοι άνθρωποι έχουν ταχθεί υπηρέτες σε αυτή την τέχνη, προκειμένου να την κατανοήσουν πλήρως και να γνωστοποιήσουν τα μυστικά της σε όλο τον κόσμο.
Ομως, στην πραγματικότητα η μουσική φαίνεται να μην έχει μυστικά. Απλά ο κάθε άνθωπος επιλέγει να ασχοληθεί με ένα κομμάτι της, το οποίο του φαντάζει ελκυστικό. Ετσι εμφανίζονται οι διάφορες κατηγορίες μουσικής, οι οποίες συνδέονται αναπόφευκτα με ορισμένες συνθήκες, περιστάσεις, εκδηλώσεις του επιστητού.Είτε σε περιπτώσεις χαράς είτε λύπης η μουσική θα κάνει την εμφάνισή της, για να ζεστάνει επιπλέον την καρδιά ή για να καταπραύνει τον πόνο της.
Ο στίχος κάποτε έρχεται να συνδυαστεί αρμονικότατα με τη μελωδία και τότε δημιουργείται το τραγούδι, το οποίο μπορεί να μιλάει για ο,τιδήποτε. Μπορεί να κάνει λόγο για τον έρωτα που αισθάνεται ένα άτομο για ένα άλλο, να περιγράφει τις συνθήκες μιας κοινωνικής κατάστασης και να κάνει διακριτό, εύκολά ή δύσκολα, άμεσα ή έμμεσα, το κριτικό του στίγμα. Πολλές φορές το περιεχόμενο των στίχων είναι σατιρικό, τελείως χαλαρό. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου νόημα δεν βγαίνει και όλα μοιάζουν σαν ένα συνονθύλευμα ήχων και λέξεων που έτυχε να φτιάξουν ένα υπερρεαλιστικό κολλάζ.
Ομως το γούστο είναι υποκειμενικό. Δεν γίνεται σε όλους να αρέσουν τα πάντα. Αλλα όλοι έχουν πρόσβαση σε αυτήν και όλοι σχηματίζουν μιαν άποψη, προσπαθώντας πολλές φορές να την επιβάλουν, κάποτε ατεκμηρίωτα, λόγω άγνοιας κυρίως. Η γνώση της μουσικής θεωρίας και μουσικών οργάνων είναι ισχυρά όπλα στα χέρια οποιουδήποτε ανθρώπου και του δίνουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα σε μια συζήτηση, η οποία θα συμπεριλαμβάνει και θέματα τέτοιας φύσεως, αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτά τα άτομα να θεωρούνται ανώτερα και να μονοπωλούν την κουβέντα σχετικά με τη σπουδαιότητα της προσωπικής τους μουσικής αντίληψης.
Η ιδιαίτερη αδυναμία προς ένα συγκεκριμένο μουσικό είδος αναπτύσσεται ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει κανείς και τα ακούσματα που του προσφέρουν οι συγγενείς και οι φίλοι. Αυτό βεβαίως δεν είναι απόλυτο, αλλά συνήθως έτσι συμβάινει. Στην πορεία της ζωής του ο άνθρωπος αποκτά νέες εμπειρίες, μαθαίνει καινούργια πράγματα, ενίοτε κάνει πειραματισμούς, για να δεί τί του ταιριάζει, μέχρι που να κατασταλάξει κάπου και να εμβαθύνει. Το ίδιο ισχύει και για τη μουσική. Ξεκινώντας από ένα είδος, γνωρίζει και άλλα, για να δεί τί τον αντιπροσωπεύει καλύτερα και πληρέστερα. Οι κρισιμότερες ηλικίες αναζήτησης είναι η προεφηβική και η εφηβική, οι περίοδοι όπου οι γονείς, σε συνεργασία με το σχολείο, αρχίζουν να
διαπλάθουν σοβαρότερα το χαρακτήρα των ατόμων. Χρειάζεται πολλή προσοχή όσον αφορά τη διαχείριση αυτών των ευαίσθητων ψυχών, προκειμένου να μην σπάσουν. Τους χρειάζεται η κατάλληλη έμπνευση, ώστε να ορθοποδήσουν πνευματικώς. Εδώ αναλαμβάνει δράση η διδασκαλία της μουσικής, η οποία, με την προ’υ’πόθεση ότι γίνεται σωστά, πλησιάζει τους νέους και τους οδηγεί σε ένα μονοπάτι απόλαυσης.
Η πραγματικότητα, η οποία, ευτυχώς, δεν αποτελεί κανόνα, αδικεί τις όποιες πρωτοβουλίες και κάνει τα παιδιά να κωφεύουν μπροστά στην παρεχόμενη μουσική γνώση, η οποία προσφέρεται ως ξαναζεσταμένο, άνοστο γεύμα και στο τέλος φυλάσσεται για να σερβιριστεί εκ νέου. Η προσέγγιση ‘’ιδιαίτερων’’ μουσικών κομματιών, δυστυχώς, δεν γίνεται μέσω μιας ομαλής μετάβασης, παρά απότομα. Ετσι γίνεται δυσνόητη, ξένη και προκαλεί την αποστροφή. Τα νέα παιδιά δεν δίνουν μιαν ευκαιρία στα εναλλακτικά μουσικά ακούσματα και παραμένουν προσκολλήμένα σε ό,τι κυκλοφορεί την εκάστοτε περίοδο.
Διότι δεν πρέπει να λησμονούμε και τον παράγοντα μόδα, τον οποίο πολλοί εκμεταλλεύονται, μην έχοντας ιδέα από μουσική, προκειμένου να πλουτίσουν εις βάρος των πιστών ακροατών τους. Και από την άλλη πόσες φορές, ως έφηβοι ή και λίγο μεγαλύτεροι, δεν κάναμε κάτι που δεν μας εξέφραζε, με σκοπό να προσεγγίσουμε αυτόν ή αυτήν που μας ενδιαφέρει ή για να γίνουμε αρεστοί στην παρέα που προτιμούμε να είμαστε. Σε αυτή την περίπτωση, πάντως, το θέμα είναι να υποστηρίζουμε τις προσωπικές μας επιλογές και να αδιαφορούμε για το όποιο προσωρινό κύμα έρχεται καταπάνω μας. Ας αφήσουμε την υποτιθέμενη ‘’κουλτούρα’’ να σκάσει στα βράχια και να χαθεί.
Πολλοί, όμως, σπεύδουν να εναγκαλιστούν με το εφήμερο. Ισως είναι αυτό που λένε ‘’Ελα μωρέ, το παιδί περνάει μια φάση. Θα του περάσει.’’. Ισως έτσι να ερμηνεύεται η προτίμηση στη ράπ, η απομνημόνευση στίχων που κάνουν λόγο για γενικότερη καταπίεση και ανέχεια, για κριτική στο κοινωνικό σύστημα και τις πολιτικές πρακτικές, για τη ζωή στους δρόμους και την επιβίωση ραγισμένων ιδιοσυγκρασιών, οι οποίες παλεύουν για κάτι καλύτερο. Και πάνω από όλα η ηχηρή επίδειξη αυτού του μουσικού είδους, με τη χρήση όλο και πιο ισχυρών ηχείων. Ισως να είναι μια πρώιμη, εφηβική, πολιτική δήλωση, ίσως να είναι ένας τρόπος έκφρασης του εφηβικού ψυχισμού. Είναι σύσκολο να προσδιοριστεί κάτι τέτοιο απολύτως και μετά βεβαιότητος.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το φαινόμενο είναι διαχρονικό, όπου ο έρωτας και ο θυμός για τα πάντα πηγαινοέρχονται μέσα στις σχολικές αίθουσες. Σε καμία περίπτωση δεν είναι κάτι το ανησυχητικό. Αντιθέτως είναι φυσιολογικότατο για την ηλικία τους.
Και σε αυτή την περίοδο της ζωής τους χρησιμότατη θα ήταν η αρωγή της μουσικής διδασκαλίας, η οποία, αφουγκραζόμενη τις ανάγκες και τις προτιμήσεις των νέων, θα μπορούσε να προχωρήσει σε προσαρμογές μουσικών δεδομένων στα γούστα τους, ακόμη και να συμπλέξει το παλαιό με το νέο, για να παρατηρούν τα παιδιά ομαλότερα τη μουσική μετάβαση και να τους δημιουργείται η περιέργεια να αναζητούν και τα ακούσματα άλλων εποχών. Ετσι, όλοι θα είναι ικανοποιημένοι και η μουσική δεν θα θεωρείται κακοποιημένη και παραστρατημένη.
Όλοι έχουν το δικαίωμα να απολαμβάνουν το είδος που προτιμούν, χωρίς να θίγουν τις ελευθερίες του διπλανού τους. Ας χαιρόμαστε, λοιπόν, τη μουσική και ας μην την ανάγουμε σε αφορμή για διαμάχες. Καλή ακρόαση λοιπόν!
Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός