Μια πληγωμένη γενιά

Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις, να μην τις παίρνει ο άνεμος… (Μ. Αναγνωστάκης)

Είναι πια κοινός τόπος στην ποίηση πως όσο βαθύτερα μπήγεται το μαχαίρι στην πληγή, τόσο καλύτερα πλάθεται ένα ποίημα. Πόσο μάλλον εάν η πληγή αυτή ταλανίζει όχι μόνο μια αυτόνομη προσωπικότητα, αλλά μια ολόκληρη γενιά, που συχνά αυτοαποκαλούσε την τέχνη της ως “η ποίηση της ήττας.” Πρόκειται, φυσικά, για τους εκπροσώπους της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.

freeminds anagnwstakhs

Η ταυτότητα

Οι εκπρόσωποι της γενιάς αυτής βιώσαν τα τραγικότερα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Έχοντας γεννηθεί χονδρικά στην δεκαετία του 1920, είδαν τη νεανική τους ηλικία να μαστίζεται από τα απομεινάρια του διχασμού , τη μεταξική δικτατορία και τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Οι συγκυρίες που τους συντάραξαν και τους πλήγωσαν βαθύτατα σχετίζονται κυρίως με τον εμφύλιο, με την διάψευση των ελπίδων για ένα καλύτερο μέλλον που είχαν εναποθέσει στα χέρια της Αριστεράς και με το μετεμφυλιακό κλίμα της καχυποψίας και της μισαλλοδοξίας.

Οι μελετητές ανάλογα με την θεματολογία τους, κατηγοριοποιούν την ποίηση αυτή σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: την κοινωνική, μέσα από την οποία φαίνεται η διαμαρτυρία για την αλλοτρίωση της κοινωνίας, την υπαρξιακή, που εξετάζει τα βαθύτερα και αιώνια αναπάντητα ερωτήματα του νεωτερικού ατόμου και την υπερρεαλιστική, που μεταπλάθει την πραγματικότητα με ιδιάζοντα τρόπο.

Τα ονόματα  γνωστά ακόμη και στο ευρύ κοινό: Μανόλης Αναγνωστάκης, Τάσος Λειβαδίτης, Τίτος Πατρίκιος, Τάκης Σινόπουλος, Άρης Αλεξάνδρου, Νίκος Γκάτσος, Κριτών Αθανασούλης, Κλείτος Κύρου, Ρίτα Μπούμα – Παπά, Νίκος Καρούζος, Νίκος Θέμελης, Ζωή Καρέλλη, Νάνος Βαλαωρίτης, Ελένη Βακαλό, Έκτωρ Κακναβάτος, Δημήτρης Παπαδίτσας, Μίλτος Σαχτούρης. Καθένας από αυτούς μια προσωπική ιστορία και μια μαρτυρία της τραυματικής εμπειρίας. Ας μην ξεχνούμε πως πολλοί από αυτούς διώχθηκαν ακατάπαυστα και επί δεκαετίες βρέθηκαν στην εξορία για τις ιδέες τους.

Τα χαρακτηριστικά

Οι περισσότεροι ποιητές εμφανίστηκαν στα γράμματα μέσα από λογοτεχνικά περιοδικά όπως η Επιθεώρηση Τέχνης, τα Ελεύθερα Γράμματα ή ο Κοχλίας, ενώ παράλληλα επεκτάθηκαν και στον χώρο της κριτικής.

Αναμφισβήτητα, η προηγούμενη γενιά του μεσοπολέμου (ή γενιά του ‘30) έχει αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα της επάνω τους ως προς τη νεωτερικότητα. Παράλληλα, όμως, εντοπίζονται και αναφορές στην ποίηση του Καβάφη, στους νεορομαντικούς και κυρίως στον Καρυωτάκη, ακόμη και σε παλαιότερες μορφές παραδοσιακής ποίησης.

Η μεταπολεμική ποίηση είναι ξεκάθαρα ποίηση της «χαμηλής φωνής». Το δράμα του σύγχρονου πια ανθρώπου παίρνει τη μορφή μιας βουβής και άναρθρης κραυγής. Η διαμαρτυρία δεν είναι μεγαλόστομη, αλλά παραμένει ταπεινή και αξιοπρεπής απέναντι στην αδικία, χωρίς ποτέ όμως να χάνει τη δυναμικότητα της.

Παρόλο που δεν υπάρχουν ηγετικές φυσιογνωμίες ανάμεσα τους, όλοι έχουν συναίσθηση ότι γίνονται μάρτυρες μιας κρίσιμης ιστορικά συγκυρίας.  Όπως άλλωστε οι ίδιοι μαρτυρούν, δεν πρόκειται μόνο για μια στρατιωτική ή πολιτική ήττα, αλλά για πνευματική και ηθική κατάπτωση που χαρακτηρίζει την εποχή. Γράφει χαρακτηριστικά  ο Κλείτος Κύρου:

 

« Τώρα μέσα στη γενική χρεοκοπία μέσα σε συρφετούς

από εξαγγελίες και συνθήματα

Μένεις γυμνός ήταν βαριά η καταλήστευση

Δεν έχεις πια τίποτε σου πήραν τα όπλα

Σου πήραν τους φίλους τη φωνή σου πήραν

Τα μεγάλα όνειρα έχασες και το μονοπάτι

Που πνίγεται στις πικροδάφνες και τ’αηδόνια

Φαρμάκι παντού σκύβεις καρτερικά το κεφάλι

Μελετώντας τον τρόπο του ποιητή.»

Κραυγές της νύχτας, Κραυγή Εικοστή, 16

 

Η γραφή τους διακατέχεται από νεανικό αέρα και αυτοαναφορικότητα, χωρίς όμως ψευδαισθήσεις ή αυταπάτες. Ο στίχος γίνεται τολμηρός και ευλύγιστος, η στίξη καταργείται και η έκφραση ανανεώνεται, αγγίζοντας συχνά τα όρια του πεζού λόγου. Τραγικό χαρακτηριστικό άξιο μελέτης  που διέπει ολόκληρη τη μεταπολεμική ποίηση είναι η παράθεση ονομάτων συντρόφων, φίλων και συναγωνιστών που χάθηκαν στη δίνη του εμφυλίου. Θα λέγαμε πως πρόκειται για ένα «Νεκρόδειπνο» στον οποίο εμπλέκεται  ζωή με το θάνατο.

«Ήρθε ο Σαρρής, ο Tσάκωνας,
ήρθε ο Φαρμάκης, ο Tορέγας, ο

Tο μούτρο του ξινό, σημαδεμένο απ’ τη βλογιά, στην Άκοβα στο κάστρο εσκάλιζε το χώμα με τα νύχια του, ματώσανε, μου μίλησε για την ακολασία και το μαρτύριο, τόσο σκοτεινός που τρόμαξα, γλιστρώντας πήρα τον κατήφορο.

Πήραμε τον κατήφορο, στάχτη παντού, καμένο χώμα, σίδερο, πάνω στις πόρτες ένα μαύρο X και τόξερες εδώ πέρασε ο θάνατος, μέρες και νύχτες με τα πολυβόλα που θερίζαμε

κι’ άκουγες ωχ και τίποτ’ άλλο. Kι’ ήρθανε
πολλοί. Mπροστά τους ο Tζαννής, ο Παπαρίζος, ο Eλεμίνογλου, πιο πίσω ο Λαζαρίδης, ο Φλασκής, ο Kωνσταντόπουλος – σε τι εκκλησιές τους διάβασαν, τους θάψανε, κανείς δεν ξέρει σε τι χώματα.»

 

 Τάκης Σινόπουλος, Ο Νεκρόδειπνος

«και μπαίνουν μέσα

ο Κώστας σκοτωμένος

ο Ορέστης σκοτωμένος

ο Αλέξης σκοτωμένος

σπάνε τις αλυσίδες στα παράθυρα

και μπαίνουν μέσα

ο Κώστας ο Ορέστης ο Αλέξης

άλλοι γυρίζουνε στους δρόμους από το πανηγύρι

με φώτα με σημαίες με δέντρα

φωνάζουν τη Μαρία να κατέβει κάτω

φωνάζουν τη Μαρία να κατέβει από τον ουρανό…»

 Μίλτος Σαχτούρης, Δεν είναι ο Οιδίποδας

Αναμφίβολα, οι ποιητές της γενιάς αυτής άφησαν το στίγμα τους και καθόρισαν με άμεσο τρόπο την Β’ μεταπολεμική γενιά και τη γενιά του ’70 που ακολούθησαν. Στίχοι τους μελοποιήθηκαν, διαβάστηκαν έγιναν συνθήματα στους στίχους και στις καρδιές τόσων ανθρώπων, διατρανώνοντας την αξία τους.

poetry

Ρία Ροροπούλου