Η μάσκα του ηθοποιού

Τον τελευταίον καιρό πολλά ακούγονται και άλλα τόσα έχουν έρθει στο προσκήνιο σχετικά με το άσχημο πρόσωπο της υποκριτικής, κυρίως, τέχνης. Αφορμή αποτέλεσε  η δήλωση/ καταγγελία μιας σημαντικής παλαιάς αθλήτριας, η οποία είχε το θάρρος, έστω και μετά από τόσα χρόνια σιωπής, να κατηγορήσει ένα γνωστό πρόσωπο του αθλητισμού, το οποίο εμπλεκόταν στα διοικητικά της άθλησης. Επειτα, άνοιξε ο ασκός του Αιόλου. Ομως η κουβέντα περιορίστηκε σε ένα συγκεκριμένο χώρο, αυτόν της υποκριτικής τέχνης. Ολο και περισσότερο τα φώτα της δημοσιότητας στρέφονται προς χαρακτηριστικά πρόσωπα και υποθέσεις, οι οποίες είχαν μείνει ξεχασμένες και είχε θεωρηθεί ότι είχαν παραγραφεί ως ποινικά αδικήματα. Σε αυτό να είχε βοηθήσει, ενδεχομένως και η ιδιότητα αυτών των προσώπων, καθώς η τέχνη του ηθοποιού προϋποθέτει να είναι σε θέση κάποιος να προσποιηθεί ότι είναι κάποιο άλλο άτομο, το οποίο ζει μιαν άλλη ζωή, σε σχέση με αυτήν που πραγματικά ζει. Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα η Τέχνη να παίρνει μια σκοτεινή τροπή και όλες οι εκφάνσεις  της να αμαυρώνονται σε απίστευτο βαθμό.

 Αρχικά, πρέπει να γίνει κατανοητό το εξής. Η Τέχνη δεν ταυτίζεται σε καμμία περίπτωση με τους φορείς της, παρά με την ιδιαίτερην ουσία της, η οποία κάνει αισθητή την παρουσία της σε όποιους χώρους ασκείται και σε όσες ψυχές έχει τη χαρά, τη δυνατότητα και  την ευκολία να εισέλθει.. Τι ορίζει όμως την πραγματική ταυτότητα της Τέχνης; Αυτή η γηραιά, μα κραταιά κυρία, απελευθερώνει την ψυχή του ανθρώπου. Η ιδιαίτερη ουσία της τής επιτρέπει να παιρνά τα μηνύματά της, δίχως να θίγει, τουλάχιστον όχι άμεσα, τα κακώς κείμενα, παρά να υποδεικνύει τη ρίζα του κακού και να οδηγεί στη λύτρωση και την απόλαυση της φωτεινής πλευράς της ζωής, καθώ και το στιγματισμό του σκότους.

Η Τέχνη είναι, σε οποιαδήποτε περίπτωση ποίησις ήθους, κάτι το οποίο οι περισσότεροι έχουν την τάση να ξεχνάνε, στο πλαίσιο του κυνηγιού της οικονομικής ευτυχίας. Στην αρχαιότητα το Ηθος συνδεόταν με την αναπαράσταση ενός χαρακτήρα, μιας προσωπικότητας, γενικά μιας συμπεριφοράς, είτε αυτή βρισκόταν στη σφαίρα της ιδανικότητας, είτε σαλπάριζε με το καράβι της φαντασίας, είτε κινείτο, ακροβατώντας, στο τεντωμένο σκοινί της κοινωνικής πραγματικότητας. Τα όποια χαρακτηριστικά του ανθρώπου, είτε αληθινά, είτε ψευδή, επρόκειτο να αφήσουν το στίγμα τους μέσα στην κοινωνία και να κρατήσουν ζωντανή και θαλερή την ειλικρίνεια της σκέψης. Για πολλούς είναι το μόνο εύκολο να αναπτυχθεί και να συντηρηθεί ένα ψέμα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει όλοι να αναβιώνουν αυτό το σφάλμα, το οποίο μπορεί να οδηγήσει στην υπεροψία και στη μέθη από το γλυκό πιοτό της υποκρισίας. Η πραγματική υποκριτική συνίσταται στη δημιουργία ενός από τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις όπου ένα, κατά τα λεγόμενα, λαϊκό θέαμα, όποια μορφή και να έχει αυτό, κατάντησε ελιτίστικο και απρόσιτο. Ακόμη και μεγάλα μυστικά οφείλεται να βρίσκονται εκτεθειμένα σε κοινή θέα, προκειμένου να έχουν όλοι τη δυνατότητα να κατανοούν τους προγόνους του παρελθόντος τους, να  αφουγκράζονται τον παλμό του παρόντος τους και να προετοιμάζονται ψυχολογικά, προβλέποντας το μέλλον τους. Οι διάφοροι πεφωτισμένοι, οι οποίοι κατά καιρούς έχουν επιδοθεί σε ακαταλαβίστικα πειράματα, έχουν κάνει μια τρύπα στο νερό, αφήνοντας πίσω τους τίποτα παραπάνω από καμμένη γη, μέσα σε τόσο γόνιμο, πνευματικά, πεδίο.

Κάθε μορφή Τέχνης αποτελεί μιαν ψυχική αποκάλυψη. Η ανατομία της ανθρώπινης ψυχής, σημαντικότατο κομμάτι για την ύπαρξη και την ομαλή σύσταση μιας λειτουργικής κοινωνίας μπορεί να φέρει, κάποιες φορές το πνεύμα σε αμηχανία. Ο τρόμος μπροστά στο άγνωστο δύναται να πάρει δύο μονοπάτια. Το ένα στηρίζεται στην αντιμετώπιση των δυσνόητων μερών, μέσω της προσπάθειας κατανόησης. Το άλλο χρησιμοποιεί τη μεταμόρφωση, τον επαναπροσδιορισμό σε κάτι το περίεργο, με αποτέλεσμα πολλές παρερμηνείες και παρεξηγήσεις. Ως αποτέλεσμα, αυτή η αδυναμία κατανόησης καλύπτεται με την βάπτιση σε εναλλακτική άποψη, η οποία, με τη σειρά της, φαντάζει αλλοπρόσαλλη στα μάτια ενός κοινού θνητού. Ετσι λοιπόν, φτάνουμε στο σημείο, όπου η τέχνη αποξενώνεται από το κοινωνικό πλαίσιο και παραμένει στα στόματα των ολίγων επαϊόντων, οι οποίοι πρεσβεύουν το ορθόν, ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι διακρίνουν σημάδια τρέλας, αλλοφροσύνης και ψυχασθένειας μέσα στα δημιουργήματα.

Αυτός ο μηδενισμός παρατηρείται ιδιαιτέρως στο χώρο της Λογοτεχνίας, όπου η πείρα των περισσότερων από τη δημόσια εκπαίδευση τούς έχει αφήσει στο μυαλό την αίσθηση ότι μόνον εάν κάποιος πάσχει από κάποια ψυχική νόσο πάσης φύσεως μπορεί να δημιουργήσει. Αυτό που οφείλεται να εξηγηθεί είναι το εξής. Στην περίπτωση δυσλειτουργίας, δεν υπάρχει άρτια παραγωγή. Πολλά άτομα, όταν έβαζαν την έμπνευσή τους στην υπηρεσία της ουσιαστικής παραγωγικότητας και μεγαλουργούσαν, άφηναν στην άκρη τα προσωπικά τους προβλήματα, για να μην τα μεταφέρουν στο χαρτί, στην παρτιτούρα, στη σκηνή και στο φακό. Σε διαφορετική περίπτωση η παραγωγή θα έπεφτε κατακόρυφα και δεν θα είχε την ποιότητα ή την πρωτοτυπία που τη διακρίνει. Αυτή η ταύτιση προσώπων και καταστάσεων δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό, παρά μόνο διαιωνίζει το πρόβλημα της τυποποίησης και της στασιμότητας, εξαιτίας της κοινωνικής ταμπέλας σε κάθε έκφανση του πνευματικού επιστητού.

Κάποιος θα μπορούσσε να διατείνεται ότι κατά αυτό τον τρόπο λειτουργεί η ανθρώπινη διάνοια.  Κάτι τέτοιο δεν είναι απολύτως λανθασμένο. Ας παρατηρηθεί  όμως και η διαφορά ανάμεσα στην καθημερινότητα και στην ιδιαιτερότητα της ατομικής έκφρασης. Η Τέχνη, ως κοινωνικό προϊόν, δεν διακρίνεται από κατώτερο και ανώτερο επίπεδο, παρά μόνον από ουσία. Η ουσία μπορεί να κρύβεται σε ορισμένες λεπτομέρειες ενός πολύπλοκου κειμένου, κάποτε όμως μπορεί και να αποδίδεται σε όλο της το μεγαλείο από τα σχόλια μιας λαϊκής φωνής και ούτως ειπείν προσιτής στους πάντες.

Οσο και να προσπαθούν κάποιοι να απομακρύνουν τη σκέψη από το κορμί, το γεγονός παραμένει ως έχει. Η Τέχνη μπορεί να είναι προνόμιο των ανώτερων κοινωνικών δομών, οι οποίες την αναδεικνύουν και την προωθούν, αλλά δεν θα πάψει ποτέ να είναι το μέγιστο των δικαιωμάτων μιας ψυχής, η οποία παλεύει μέσα στην ψευτιά, την ανακρίβεια και την αδικία να παραμείνει αληθινή, ατόφια και αμιγής. Η τελευταία περίπτωση αναφέρεται σε όλους τους ανθρώπους, προκειμένου να καταφέρουν να σωθούν από το κύμα πνευματικής αδράνειας, το οποίο σαρώνει όλη την οικουμένη. Ας μην φοβόμαστε να εναγκαλιστούμε την Τέχνη, όσο παράτολμη και να θεωρείται αυτή η πράξη στην εποχή του κορωνοϊού. Το φως που αυτή εκπέμπει αποτελεί πανάκεια για κάθε αρρωστημένη κατάσταση που παρουσιάζεται στην κοινωνική πραγματικότητα, δεν διαθέτει μυστικά και από τη στιγμή που εκτίθεται, με σκοπό το διδακτισμό και την κριτική των όποιων στραβών, αποφεύγοντας την εμπορευματοποίηση και την αποπροσανατολιστική προπαγάνδα. απευθύνεται σε όλες τις μάζες, τις παίρνει από το χέρι και τις οδηγεί στα άδυτα του κόσμου όπου όλοι ζουν, μα λίγοι βλέπουν πραγματικά.

Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός