Τα τελευταία χρόνια έχω βάλει τον εαυτό μου σε μια διαδικασία συνεχούς παρατήρησης των συνανθρώπων μου σχετικά με το κατά πόσον οι σύγχρονοι Έλληνες (Νεοέλληνες) διαθέτουν ιστορικές γνώσεις. Γνωρίζουν ιστορία ή απλά είναι δέσμιοι της ημιμάθειας που προσφέρει η στείρα αποστήθιση; Πόσο έχει βοηθήσει σε αυτό η εκάστοτε κυβέρνηση; Ένας λαός ιστορικά πεπαιδευμένος μπορεί να προασπίσει τα συμφέροντα της πατρίδας του και να παλέψει γι’ αυτή ή η εν λόγω άποψη είναι «ντεμοντέ»;
Τα εναλλασσόμενα εκπαιδευτικά συστήματα είχαν ως ουσιαστικό στόχο τους αποκλειστικά και μόνο την αποστήθιση. Αυτό συμβαίνει ακόμη και σήμερα. Η ιστορία δεν είναι αποστήθιση. Είναι μια διαρκής έρευνα προκειμένου να φτάσεις όσο πιο κοντά γίνεται στην πραγματικότητα των γεγονότων του παρελθόντος και διδάσκεται μέσα από τις πηγές, από τις οποίες και εξάγουμε τη γνώση. Όταν κάτι το αποστηθίζεις το θυμάσαι μόνο για μια στιγμή ή για ένα χρονικό διάστημα, το θυμάσαι δηλαδή μόνο για όσο σου χρειάζεται. Όταν όμως ψάχνεις να βρεις μια αλήθεια, οι γνώσεις που λαμβάνεις κατά τη διάρκεια της «πορείας» σου μένουν ανεξίτηλες στο μυαλό σου. Ακριβώς πάνω σε αυτή τη διαδικασία θα έπρεπε να βασίζεται το μάθημα της Ιστορίας . Η σχολική ώρα , όμως, δεν φτάνει για να διδαχθεί όλη αυτή η διαδικασία, η οποία κατ’ εμέ δεν αφορά μόνο στο μάθημα της ιστορίας, αλλά σε όλα τα σχολικά μαθήματα και γιατί όχι και στην ίδια μας τη ζωή.
Η ιστρορία είναι απαραίτητη σε κάθε άνθρωπο προκειμένου να μπορέσει να κατανοήσει το παρόν και με βάση αυτή τη γνώση να σχεδιάσει και το μέλλον του. Μαθαίνουμε όμως σωστή «Ιστορία» ή κάθε φορά αναμασάμε αυτά που μας «πλασάρουν» δίχως να ψάξουμε για το τι συνέβη στην πραγματικότητα. Προκειμένου κάποιος να μελετήσει ιστορικά ένα γεγονός ή μια περίοδο του παρελθόντος θα πρέπει να ανατρέξει στις ανάλογες σύγχρονες με το γεγονός πηγές, όπως χρονογραφίες ιστορικών ή κείμενα αυτοπτών μαρτύρων, άρθρα εφημερίδων κ.α. Η μελέτη όμως δεν σταματά εδώ. Εάν επιλέξει κανείς να μελετήσει ένα κείμενο- πηγή θα πρέπει αυτομάτως να ασχοληθεί και με την βιογραφία του συγγραφέως: ποιος ήταν, τι έκανε, ποιες ήταν οι πεποιθήσεις του και γενικότερα να έχει σχηματίσει μια πλήρη άποψη για το προφίλ της εποχής και του συγγραφέα. Τώρα όμως μπήκαμε σε πολύ βαθιά «μονοπάτια» της ιστορικής έρευνας τα οποία δεν είναι εύκολο να τα διαβεί κανείς, καθώς πρόκειται για μια χρονοβόρα και επίπονη διαδικασία. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η ιστορία δεν είναι απλά αποστήθιση.
Στη Ελλάδα όμως έχουμε συνηθίσει στην επιλεκτική ιστορία. Το εκάστοτε πολιτικό κόμμα «πλασάρει» και τη «δική του ιστορία» κρίνοντας τα γεγονότα πάντοτε από μία οπτική γωνία, αυτή της ιδεολογίας του. Για να μπορέσεις να κατανοήσεις την ιστορία θα πρέπει να είσαι αντικειμενικός παρατηρητής των πραγμάτων – γεγονότων και όχι υποχείριο της φανατικής διάθεσης ενός κομματικού χώρου. Αυτή η διαχείριση της ιστορίας έχει πάει την Ελλάδα πολλά χρόνια πίσω και την κρατάει μονίμως «πίσω». Οι αντιπαλότητες και οι έχθρες κρατούν τους Έλληνες πολίτες ακόμη και σήμερα διαιρεμένους. Τελικά, η πολιτική πρακτική του «διαίρει και βασίλευε» είναι διαχρονική. Δεν θα επεκταθώ όμως άλλο σε αυτό το ζήτημα καθώς είναι ένα θέμα σύνθετο και πολύπλοκο.
Αρετή Λιάγκα