~Η θέση της γυναίκας μέσα από την κινηματογραφική ματιά της Ευαγγελίας Γούλα
Η εκπνοή του 2021 μου επιφύλαξε μια πολύ ενδιαφέρουσα γνωριμία με έναν άνθρωπο χαρισματικό, οραματιστή, κοινωνικά ευαίσθητο και βαθύτατα σκεπτόμενο, όπως όλοι οι καλλιτέχνες άλλωστε. Μιλώ για την εκπαιδευτικό και κινηματογραφίστρια Ευαγγελία Γούλα, μία καλλιτέχνιδα που με την ταινία της «i itsai Romni» προβλημάτισε, συγκίνησε κι άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση γύρω από βαρυσήμαντα κοινωνικά ζητήματα. Μέσα από την ειλικρινή διάθεσή της να προσεγγίσει με σεβασμό τους Ρομά και να κατανοήσει τον τρόπο ζωής της κοινότητας του Ηρακλείου Κρήτης, ξεπηδούν πολλαπλά μηνύματα σχετικά με καθημερινά θέματα που αφορούν όλους μας, όπως το θέμα των στερεοτύπων, η ισότητα των φύλων και η θέση της γυναίκας στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Η ταινία προβλήθηκε σε πολλά φεστιβάλ της χώρας, όπως το Chania Film Festival, το Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου, στο οποίο βραβεύτηκε, και το 12ο Docfest στη Χαλκίδα όπου απέσπασε και την πρώτη τιμητική διάκριση.
- Κυρία Γούλα, θα θέλατε να συστηθείτε στους αναγνώστες του Freeminds;
Αρχικά θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για το ενδιαφέρον και την πρόσκληση που μου κάνετε να μιλήσω για το καλλιτεχνικό μου έργο. Είναι ιδιαίτερη τιμή για μένα. Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη και είμαι εικαστικός. Αποφοίτησα από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών – Α.Σ.Κ.Τ. το 2011, και από το 2013 εργάζομαι ως εικαστικός σε δημοτικά σχολεία της Κρήτης. Προσφάτως ολοκλήρωσα τον ευρύτερο κύκλο σπουδών μου, στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος Π.Μ.Σ. ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΕΧΝΗΣ της Α.Σ.Κ.Τ. με εξειδίκευση στον Εθνογραφικό Κινηματογράφο – Κινηματογράφο Παρατήρησης. To 2017 έκανα την πρώτη μου ολοκληρωμένη ταινία ντοκιμαντέρ με τίτλο: i itsai Romni (το κορίτσι Γυναίκα). Τώρα βρίσκομαι στην εξέλιξη της δεύτερης μεγάλου μήκους ταινίας ντοκιμαντέρ με τίτλο: OTI VAKERESA MANGE (Ό,τι λες για μένα).
- Πείτε μας λίγα λόγια για την ταινία «i itsai Romni», ή αλλιώς «Το Κορίτσι Γυναίκα». Τι ακριβώς πραγματεύεται και ποια ήταν η πηγή της έμπνευσής σας;
Η ταινία «i itsai Romni» είναι ένα εθνογραφικό ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, στον καταυλισμό των Τσιγγάνων Ν. Αλικαρνασσού. Η ταινία εστιάζει στη θέση της Τσιγγάνας γυναίκας όπως η ίδια την αντιλαμβάνεται και όπως διαμορφώνεται κοινωνικά μέσα από το γάμο και αποτελεί έμμεσο σχόλιο για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία γενικότερα.
Η πρώτη ουσιαστική επαφή που είχα με τους Ρομά ήταν πριν από λίγα χρόνια, όταν τοποθετήθηκα σε δημοτικό σχολείο της Ν. Αλικαρνασσού στο νομό Ηρακλείου. Εκεί συνάντησα για πρώτη φορά τους μικρούς Ρομά. Γοητευμένη από τα μελαχρινά προσωπάκια τους και το σπινθηροβόλο τους βλέμμα, οδηγήθηκα δημιουργικά στον καταυλισμό, πραγματοποιώντας καλλιτεχνικά εργαστήρια. Με τον καιρό γνώρισα όλες τις ηλικιακές ομάδες και οι επισκέψεις μου στον καταυλισμό έγιναν σχεδόν καθημερινές. Το ενδιαφέρον μου κέντρισαν όλες οι παραδόσεις τους που έχουν μείνει αναλλοίωτες μέσα στον χρόνο: ο γάμος, που αποτελεί βασική αποστολή των ανθρώπων σε αυτή την κοινωνία, η πανηγυρική επίδειξη στους καλεσμένους του «σεντονιού», ως απόδειξη της εντιμότητας της νύφης, ο ιδιαίτερος τρόπος ζωής των γυναικών και η θέση τους μέσα στην ομάδα, καθώς και οι προκαθορισμένοι ρόλοι που έχουν τα άτομα μέσα στην κοινότητα με στόχο τη λειτουργία αλλά και την αναπαραγωγή της.
Στα μέσα της σχολικής χρονιάς, λίγο μετά τα Χριστούγεννα, ένα κορίτσι Ρομά της 6ης Δημοτικού διέκοψε απότομα το σχολείο. Τις δυο πρώτες εβδομάδες η απουσία της δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, διότι το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πολύ συχνά σε όλα τα παιδιά Ρομά. Όμως, το κορίτσι αυτό, διέκοψε εξ ολοκλήρου το σχολείο γιατί, όπως μου μετέφεραν οι γονείς της, «φοβόμαστε να μην την κλέψουν κατά τη μεταφορά της στο πήγαινε-έλα του σχολείου»”. Αυτή ήταν η αφορμή για μένα να προσεγγίσω το θέμα του γάμου στην κοινωνία των Ρομά, γυρίζοντας την πρώτη ταινία με τίτλο i itsai Romni (Το Κορίτσι Γυναίκα, 2017).
Το θέμα του γάμου και συγκεκριμένα η πρόωρη σύναψη του γάμου, οφείλω να πω ότι δεν ήταν ένα θέμα που μπορούσα να προσεγγίσω εύκολα. Δεν τους ρώτησα ποτέ γιατί παντρεύουν τα παιδιά τους τόσο μικρά. Προσέγγισα το θέμα μέσα από πλειάδα διεξοδικών συζητήσεων γύρω από τα ήθη και τα έθιμα τους, δείχνοντας σεβασμό για τις φοβίες και ανησυχίες των γονιών Ρομά, που βασίζονται στις αξίες της τιμής και της ντροπής και που κυρίως αφορούν την εντιμότητα του κοριτσιού. Έτσι με τον καιρό, και με ένα τρόπο σχεδόν μαγικό για εμένα, οι ίδιοι οι Ρομά άρχισαν να συζητούν μεταξύ τους και να προβληματίζονται γύρω από το θεσμό του γάμου, αλλά και οι γυναίκες να ανοίγονται και να εξομολογούν τις δικές τους προσωπικές ιστορίες.
Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στη Μαρία, σε αυτή τη γυναίκα από την οποία άρχισαν όλα. Η Μαρία ήταν η πρώτη που μου άνοιξε το σπίτι της, την καρδιά της, την ψυχή της. Γύρω από τη ζωή της και την οικογένεια της στήθηκε το ντοκιμαντέρ. Μια πολύ ταλαιπωρημένη γυναίκα που έχει δισέγγονα και δεν έχει κλείσει ακόμη τα 55. Έχασε τον άντρα της πριν από 9 χρόνια και από τότε η ζωή της έπεσε στο σκοτάδι. Σχεδόν 40 χρόνια δούλεψε στο πλάι του άντρα της, σε εποχές που το πλανόδιο εμπόριο τους έδινε καλό μεροκάματο. Σήμερα ζει με το επίδομα αλληλεγγύης, αφού όλα αυτά τα χρόνια δούλευε χωρίς να είναι ασφαλισμένη. Πιστεύω πως μπορούμε να καταλάβουμε πολλά πράγματα για τη ζωή των Ρομά σήμερα από αυτό το παράδειγμα.
- Η ταινία αποπνέει μιαν οικειότητα και μια στενή σχέση μεταξύ του προσώπου πίσω από την κάμερα, εσάς δηλαδή, και των πρωταγωνιστών. Θα ήθελα να μας πείτε για τη σχέση και τους δεσμούς σας με την τοπική κοινότητα των Ρομά.
Γύρισα την ταινία «i itsai Romni» χωρίς συνεργείο, με διάρκεια περίπου 2 χρόνια. Το γεγονός της μοναχικής, ας πούμε, κινηματογράφησης οδήγησε σε μία πιο άμεση, πραγματική επαφή με τους ανθρώπους του καταυλισμού. Αυτή είναι η γοητεία του Κινηματογράφου Παρατήρησης, η οικειότητα και η σχέση εμπιστοσύνης που δημιουργείται ανάμεσα στον κινηματογραφιστή και το κινηματογραφούμενο πρόσωπο.
Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι ένας καταυλισμός Ρομά θα έκρυβε τόσο δυνατές και ανθρώπινες ιστορίες. Δεν πίστευα ότι θα έμπαινα σε ένα τόσο φιλόξενο περιβάλλον. Θυμάμαι τις πρώτες μέρες να μπαίνω δειλά δειλά στον καταυλισμό, με φόβο για το άγνωστο και το απρόοπτο. Ένα χρόνο μετά έμοιαζε σαν να πήγαινα στο χωριό μου. Έβλεπα τα παιδιά να παίζουν ή να μαλώνουν μεταξύ τους και τους γονείς να τα χωρίζουν, παρατηρούσα κλεφτές ματιές που έριχναν μεταξύ τους οι ερωτευμένοι έφηβοι, τις έντονες συζητήσεις των αντρών στα καφενεία, τις γυναίκες να καθαρίζουν ή να πίνουν τον απογευματινό τους καφέ παρέα με άλλες γυναίκες στην αυλή ενός σπιτιού, άλλη να πλέκει, άλλη να ράβει, άλλος να βάφει το σπίτι του, άλλος να έχει βάλει την μουσική στο διαπασών γιατί έχει τα κέφια του, παραπέρα να ακούγονται φωνές και μια στιγμή όλος ο κόσμος του καταυλισμού στο πόδι να δουν τι συμβαίνει… Ένα κανονικό χωριό, μια μικρή κοινωνία στο περιθώριο… μα είναι πολλές οι κοινές και οι κρυφές ομοιότητες με την ευρύτερη κοινωνία.
Το γεγονός βέβαια ότι ήμουν ήδη οικείο πρόσωπο για τα παιδιά αλλά και για ορισμένες μητέρες, ήταν κάτι που με βοήθησε να έρθω κοντά με την πλειοψηφία του καταυλισμού μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ξεκίνησα να καταγράφω διακριτικά το χώρο του καταυλισμού, τις παράγκες, τα σπίτια τους, παρατηρούσα με σιωπή και από απόσταση την καθημερινότητά τους, και έτσι σιγά-σιγά άρχισα να μπαίνω στη ζωή τους, ελπίζω και στις καρδιές τους. Δεν σταμάτησα να κινηματογραφώ την κοινότητα των Ρομά Ν. Αλικαρνασσού μέχρι και σήμερα. Ως δημιουργός αλλά και ως άνθρωπος αισθάνομαι κομμάτι αυτής της κοινότητας αφού μέσω στης κινηματογραφικής καταγραφής συμμετέχω σε όλες της κοινωνικές εκδηλώσεις και τελετουργικά θέματα όπως αρραβώνες, βαπτίσεις κηδείες, τάματα προς τιμήν σε Αγίους, και σχεδόν σε όλες τις καθημερινές τους στιγμές από πολύ νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Δεν μπορώ να σας κρύψω ότι όλα αυτά τα χρόνια δημιουργήθηκαν ανάμεσα σε μένα και σε κάποια πρόσωπα του καταυλισμού φιλικές σχέσεις, ιδιαίτερα με κάποιες γυναίκες. Ο ρόλος μου στον οικισμό δεν έμεινε μόνο στο καλλιτεχνικό πεδίο αλλά επεκτάθηκε και στο πεδίο της διερεύνησης και επίλυσης πολλαπλών θεμάτων όπως, την δημιουργία ενός συλλόγου, ενός Δελτίου Τύπου, ενός βιογραφικού, την επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές για θέματα που αφορούν την ύδρευση – ηλεκτροδότηση του καταυλισμού κ.α. Ο λόγος που άνοιξα τόσο πολύ τον ρόλο μου στην κοινότητα των Ρομά είναι γιατί ένιωθα ότι υπάρχει η ανάγκη για μια αμεσότερη στήριξη της ομάδας από εξωτερικούς διαμεσολαβητές διότι οι Ρομά στην πλειοψηφία τους αντιμετωπίζονται ρατσιστικά από την ευρύτερη κοινωνία και τις δημόσιες υπηρεσίες.
- Στη ταινία φαίνεται πως καταφέρατε να μετατρέψετε τις γλωσσικές διαφορές σε πλεονέκτημα, μολονότι συχνά αυτές θεωρούνται εμπόδια. Τι θα λέγατε σε όσους θεωρούν τις γλωσσικές διαφορές εμπόδιο στις ανθρώπινες σχέσεις;
Μετανιώνω πικρά που δεν έμαθα την Ρομανί διάλεκτο πριν ξεκινήσω τα γυρίσματα. Έτσι θα υπήρχε η δυνατότητα να είναι όλη η ταινία στη Ρομανί! Μετά από τόσα χρόνια κάτι κατάφερα να μάθω, και ιδιαίτερα μέσα από την κινηματογραφική παρατήρηση που εκτυλίσσονται σκηνές, όπου οι πρωταγωνιστές μιλούν μεταξύ τους στη Ρομανί. Παρόλα αυτά η δίγλωσση μορφή της ταινίας «Ρομανί και Ελληνική» λειτουργεί πολύ καλά για τον θεατή και πιστεύω ότι τον φέρνει πιο κοντά με τα κινηματογραφούμενα πρόσωπα. Πάντως για μένα η γλωσσική διαφορά δεν στάθηκε εμπόδιο στη δημιουργία της ταινίας «i itsai Romni». Το δίγλωσσο περιβάλλον των Ρομά γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό για όποιον έρχεται σε επαφή με τους Ρομά. Ακόμα και στο σχολείο τα παιδιά δεν διστάζουν να μιλήσουν μεταξύ τους στη Ρομανί κατά τη διάρκεια του διαλείμματος, ακόμα και μέσα στην τάξη. Παρατήρησα ότι μέσα στη Ρομανί διάλεκτο υπάρχει και η Ελληνική. Για παράδειγμα ο τίτλος της επόμενης ταινίας που ετοιμάζω «OTI VAKERESA MANGE» που σημαίνει Ό,τι λες για μένα, έχει την λέξη «ό,τι» δηλαδή ο,τιδήποτε, η οποία είναι προσθήκη των ίδιων των Ρομά, στη φράση «Βακερέσα Μάνγκε», και δείχνει την άμεση σύνδεση και ανάμειξη της γλώσσας τους με την τοπική γλώσσα, όπως συνήθως συμβαίνει και σε άλλες κοινωνικές ομάδες των Ρομά που ζούνε σε άλλες χώρες.
- Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη στιγμή που θα ξεχωρίζατε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων;
Είναι πάρα πολλές οι στιγμές που μου έχουν μείνει στο μυαλό κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Μια φορά θυμάμαι, και μου είχε κάνει εντύπωση, καθώς κινηματογραφούσα μέσα στη σιωπή και σε μια σχετική απόσταση ένα μεγάλο γλέντι ενός αρραβώνα μέσα στον καταυλισμό, με πλησιάζουν τρεις γυναίκες για να με πάρουν και να με βάλουν μέσα στο χορό λέγοντας μου «σταμάτα να μαζεύεις με την κάμερα! Έλα να χορέψεις!». Επίσης, μια άλλη στιγμή που θυμάμαι, είναι ένα απόγευμα, που ενώ παρατηρούσα με την κάμερα μια ομάδα παιδιών να φτιάχνει μια μικρή παράγκα, βλέπω ένα κοριτσάκι να στέκεται απέναντί μου, σε μια μεγάλη απόσταση, και να με κοιτάζει επίμονα. Έκανα νόημα να έρθει κοντά μου και όταν με πλησίασε μου είμαι με έντονο θαυμασμό πως τόση ώρα δεν είχε καταλάβει ποια ήμουν, «Κυρία Ευαγγελία νόμιζα πως είστε μια από εμάς!» μου είπε και χαμογέλασε.
- Ποια ήταν η αντίδραση των πρωταγωνιστών, όταν είδαν τη δημόσια προβολή της ταινίας και την εξαιρετική της πορεία;
Η πρώτη προβολή έγινε μέσα στον καταυλισμό και συγκεκριμένα στο καφενείο του προέδρου, ο οποίος εμφανίζεται στο ντοκιμαντέρ και είναι ο κύριος που δηλώνει θετικός απέναντι στη συνέχιση της εκπαίδευσης της κόρης του Άννας, η οποία τώρα τελειώνει το Λύκειο. Γενικότερα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, έδειχναν να το διασκεδάζουν. Τα νέα παιδιά γελούσαν κάθε στιγμή κάθε λεπτό, ενώ οι μεγαλύτεροι έδειχναν να συγκινούνται. Γενικά, πιστεύω ότι η ταινία, και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αλλά και στην προβολή της προς τους ίδιους, τους προβλημάτισε και τους έθεσε πολλά ερωτήματα.
- Συχνά ακούμε τη στερεοτυπική άποψη πως οι πρόωροι γάμοι είναι στη νοοτροπία των Ρομά. Κατά πόσο, όμως, ισχύει αυτό και τι κρύβεται εν τέλει πίσω από αυτήν τη “νοοτροπία”;
Πιστεύω ότι σε όλες τις τοπικές, κλειστές και απομονωμένες κοινωνίες της ελληνικής επικράτειας διατηρείται ισχυρή η δύναμη της πατροπαράδοτης κουλτούρας όπως είναι και στην τσιγγάνικη κοινωνία, και η σύναψη γάμου με την ταυτόχρονη ανάληψη της μητρότητας σε πολύ πρώιμη ηλικία παραμένει ως ο μοναδικός προορισμός της γυναικείας φύσης. Και γιατί η τσιγγάνικη κουλτούρα να διαφέρει από την ελληνική; Οι Έλληνες Ρομά ή Τσιγγάνοι είναι Έλληνες πολίτες με ελληνικά ήθη και έθιμα. Μήπως αυτά τα σκληρά ήθη και έθιμα, δεν είναι στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας του περασμένου αιώνα;
- Η θέση της γυναίκας μέσα στη τσιγγάνικη κοινωνία σε ποιο βαθμό διαφέρει τελικά από την θέση που έχει η γυναίκα στην ευρύτερη κοινωνία;
Με την ταινία i itsai Romni ήθελα να μιλήσω για τη θέση της γυναίκας στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Με πρωταγωνιστή την κοινότητα των Τσιγγάνων Ν. Αλικαρνασσού, μια κοινότητα κοινωνικά αποκλεισμένη που, ως εκ τούτου, φέρει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και είναι αποκομμένη σε μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις, η ταινία αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις κρυφές ομοιότητες των Τσιγγάνων με την υπόλοιπη τοπική κοινωνία, εστιάζοντας στη θέση και στον ρόλο της γυναίκας αλλά και της οικογένειας.
Η γυναίκα παλιότερα αντιλαμβανόταν τον εαυτό της ως λιγότερο δυναμικό και αυτόνομο, κυρίως λόγω του ότι ήταν υποχρεωμένη να παραμένει στο σπίτι και να μην εργάζεται, αλλά να ασχολείται μονάχα με την ανατροφή των παιδιών, με «τα του σπιτιού» και οι προσωπικές της ανάγκες έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα. Με το πέρασμα του χρόνου όμως η εικόνα της γυναίκας έχει αλλάξει σημαντικά. Η γυναίκα πλέον εργάζεται, γίνεται οικονομικά ανεξάρτητη και δε διστάζει να διεκδικήσει όλα όσα θέλει. Οι αλλαγές αυτές αποτυπώνονται καλύτερα στο θεσμό του γάμου, πιο συγκεκριμένα στο γεγονός ότι οι γυναίκες πια παντρεύονται σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία. Προτεραιότητα γι’ αυτές δεν αποτελεί πάντα η οικογένεια, αλλά η επαγγελματική καταξίωση και η οικονομική ανεξαρτησία. Έτσι, με το πέρασμα του χρόνου, και στην κοινωνία των Ελλήνων Τσιγγάνων, σε αρκετές περιπτώσεις, το προσδόκιμο της ηλικίας του γάμου για τις γυναίκες έχει αλλάξει και οι ίδιες αντιλαμβάνονται τον ρόλο τους πιο διευρυμένο.
- Μιλώντας ως θεατής, ένα από τα πολλά μηνύματα που δίνει η ταινία είναι πως ο κοινωνικός αποκλεισμός σαφώς δεν είναι μία μονόπλευρη επιλογή. Υπάρχει κάποια σκέψη που θα θέλατε να μοιραστείτε σχετικά με την άποψη αυτή;
Είναι γνωστό ότι η ιστορία των Ρομά ανά τον κόσμο μαρτυρά τις διακρίσεις που υφίστανται τον ρατσισμό, την περιθωριοποίηση και τον διωγμό τους σε όλες τις χρονικές περιόδους. Ωστόσο σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες υπήρξε μέριμνα από τη μεριά της πολιτείας για τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής τους ή για την κοινωνική ένταξη τους. Στην Ελλάδα παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει την τελευταία εικοσαετία για την αντιμετώπιση των στεγαστικών, εκπαιδευτικών, επαγγελματικών και υγειονομικών ζητημάτων που αφορούν τους Ρομά, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του πληθυσμού εξακολουθεί να διαβιεί σε συνθήκες που δεν αρμόζουν στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες και στον πολιτισμό τους. Με το παράδειγμα του καταυλισμού Ρομά Ηρακλείου Κρήτης και μέσω του κινηματογράφου, επιχειρείται με ευαισθησία η ανάδειξη αυτού του κοινωνικού προβλήματος που λαμβάνει χώρα σε μια πολύ ανεπτυγμένη περιοχή της Κρήτης, η οποία φιλοξενεί κάθε χρόνο εκατομμύρια τουρίστες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην καθημερινότητα των Ρομά Ν. Αλικαρνασσού είναι η ηλεκτροδότηση, η οποία συνεχίζει να γίνεται με γεννήτριες σε όλο τον καταυλισμό, κάτι που κάνει τη ζωή τους να μοιάζει με την Ελλάδα στις αρχές του περασμένου αιώνα και αποτελεί τροχοπέδη στην ομαλή ένταξή τους στην τοπική κοινωνία. Οι ίδιοι επιθυμούν τα αυτονόητα σχετικά με την αξιοπρεπή τους διαβίωση: υποδομές ηλεκτρισμού, ύδρευσης, αποχετευτικό σύστημα, λύση στο στεγαστικό τους πρόβλημα. Ωστόσο, κάποια μέλη της ομάδας αυτής αγωνίζονται να επιβιώσουν και να βελτιώσουν μόνοι τους της συνθήκες ζωής τους και επιχειρούν δειλά βήματα για την ενσωμάτωση τους στην υπόλοιπη κοινωνία που αντιστέκεται.
- Τι καινούργιο ετοιμάζετε για φέτος;
Η μεγαλύτερη μου πρόκληση είναι η επικοινωνία της ζωής των Ρομά και η άρση του κοινωνικού αποκλεισμού μέσω της κινηματογραφίας.
Αυτή τη στιγμή ετοιμάζω την δεύτερη ταινία – ντοκιμαντέρ με τίτλο OTI VAKERESA MANGE, με ακόμη πιο σαφή χαρακτηριστικά και στόχους, και ομάδα παραγωγής. Το πιο σημαντικό σχετικά με τη δεύτερη ταινία, είναι ότι έχω πλέον τη δυνατότητα να απαθανατίσω στιγμές από ποικίλες κοινωνικές εκδηλώσεις, προσωπικές στιγμές και μαρτυρίες που ίσως δεν έχουν δοθεί ξανά δημόσια από Ρομά, έχοντας την κάμερα σαν προέκταση του χεριού μου.
Πρόκειται για μια πρωτότυπη μακροχρόνια έρευνα (2017-2021), σε πανελλήνια κλίμακα, στο πλαίσιο του κινηματογράφου παρατήρησης, που στοχεύει να προβάλει τη ζωή και τις προσωπικές ιστορίες των Ρομά του καταυλισμού της Νέας Αλικαρνασσού Ηρακλείου Κρήτης. Ο καταυλισμός βρίσκεται στα όρια του δήμου Ηρακλείου, στην βιομηχανική ζώνη της πόλης και δίπλα από προσφάτως οικοδομηθέν κτήριο κρατικού φορέα. Ο προκείμενος καταυλισμός στην τοποθεσία που αποκαλείται Δυο Αοράκια, είναι ένας οικισμός από σπίτια πρόχειρης κατασκευής και καταλύματα (παράγκες), χωρίς πόσιμο νερό, ηλεκτροδότηση, αποχέτευση και συστηματική αποκομιδή σκουπιδιών. Σήμερα, ζουν εκεί περίπου 180 οικογένειες Ρομά.
Παρόλο που έχουν γίνει πολλές ταινίες – ντοκιμαντέρ για τους Ρομά, η ταινία αυτή επιχειρεί να επανεξετάσει με τολμηρό τρόπο θέματα της κουλτούρας και της ζωής των Ρομά, μέσα από μια υποκειμενική καλλιτεχνική ματιά, φέρνοντας στο προσκήνιο σε πρώτο πλάνο την προσωπική τους ταυτότητα έναντι της εθνοτικής και να καταστήσει την κοινή γνώμη κοινωνό στο θέμα του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων που υφίσταται η ομάδα αυτή.
- Κλείνοντας την πολύ όμορφη αυτή κουβέντα θα ήθελα μια αισιόδοξη ευχή για το νέο έτος, παρόλο που το 2022 έκανε ποδαρικό με τον Covid-19 να στέκεται ακόμη απειλητικά.
Στην ιστορία της ανθρωπότητας συνέβησαν πολλά και μεγάλα γεγονότα που άλλαξαν τον κόσμο. Έτσι και τώρα διανύουμε την εποχή μια μεγάλης πανδημίας που θα φέρει ριζικές αλλαγές στην ανθρωπότητα. Τίποτα δεν είναι δεδομένο και οι άνθρωποι μέσα από αυτή την τρέχουσα υγειονομική και οικονομική κρίση, δοκιμάζονται και οφείλουν να παλέψουν για τα όνειρά τους, για τα ανθρώπινα δικαιώματα και να μην χάνουν τις ελπίδες τους. Η πανδημία θα φύγει και εύχομαι οι άνθρωποι να μην χάσουμε τις αξίες μας και να αντιληφθούμε την πολυτιμότητα της φύσης, του περιβάλλοντος και της ύπαρξής μας.
Γεωργία Καλπαζίδου