Συννεφιασμένη με κάποια διαστήματα προδότη ήλιου. Έτσι για να νιώσουν καλύτερα οι εν δυνάμει λιγόχρονοι! Αυτοί που δείχνουν επάνω τους πρώτοι τα σημάδια του αναπόφευκτου. Από μέσα νεανικότητα και σφρίγος κι απ’ έξω ρυτίδα, σημάδια γήρανσης και κάτασπρο μαλλί. Μια λιακάδα φο μπιζού, φωτοστέφανο σε μια μοίρα δίχως άνθη, σε μια θάλασσα δίχως κουπιά, σε έναν πλανήτη δίχως γη. Δίχως την πατρίδα γη, αυτή που όλα τα πλάσματα του κόσμου την θεωρούν αυτονόητη.
Κι ένας χρόνος βιαστής, αχόρταγος Μινώταυρος σε οδηγεί στην αχανή λαβύρινθο της αβεβαιότητας, περιμένοντας ένα νεύμα μια φωνή, κάτι που να δείξει αν όχι την αδιαφορία του Θεού, την έγνοια του συνάνθρωπου. Αυτού του ιμιτασιόν συνάνθρωπου, που κάνει πως δεν είδε την επίγευση της θλίψης κινούμενη γύρω απ’ το αμφίλογο ερώτημα που επιβάλλει η δική του ύπαρξη. Η δική του ενοχή αναμεμιγμένη με την γνησιότητα του δικού του ήλιου, της δικής του σκοτεινής ομορφιάς και την δική του ψεύτικη σιγουριά σε μια ιδεατή πατρίδα. Πόσο εύκολα μπορείς να χαθείς;
Κώστας Παρδάλης