Επιθυμίες εναντίον περιορισμών

Στην πορεία του ο άνθρωπος πέφτει επάνω σε διάφορα σταυροδρόμια, τα οποία καθορίζουν τόσο την ποιότητα της ζωής του, όσο και τις προδιαγραφές για την εξέλιξή του, αλλά και τους κινδύνους, οι οποίοι ελλοχεύουν για να του ρίξουν τρικλοποδιές και του στερούν αυτά, τα οποία θα τον επιτρέψουν να προχωρήσει στη ζωή του. Όλα αυτά θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε διάφορα περιστατικά μέσα στο διάβα της ύπαρξης μας, θα ήταν δυνατόν να συνοψισθούν μέσα σε δύο λέξεις.

thouhts

Όλες οι επιθυμίες των ανθρώπων αντικατοπτρίζονται από το βουλητικό ρήμα θέλω. Από την άλλη μεριά όλες οι υποχρεώσεις βρίσκουν αντίκρισμα στο απρόσωπο ρήμα πρέπει. Κατά τη διάρκεια της δραστηριοποίησής μας περνούμε από διάφορες καταστάσεις, όπου κυριαρχούν παντός τύπου δράσεις και αντιδράσεις. Άλλοτε η μια επικαλύπτει την άλλη. Συμβαίνει μια έντονη επιθυμία να παραγκωνίζεται στο όνομα μιας τεκμηριωμένης υποχρέωσης. Μπορεί άλλοτε αυτή η υποχρέωση να είναι και ατεκμηρίωτη και να στηρίζεται μόνο στην αυθαιρεσία της αυθεντίας ενός προσώπου, το οποίο διαθέτει αξιωματικό κύρος, όπως ένας εκπαιδευτικός ή ένας γονέας. Κάποιες άλλες φορές μπορεί η όποια υποχρέωση να καθίσταται τελείως ανίσχυρη, να ωχριά απέναντι στην έντονη επιθυμία ενός ατόμου, το οποίο δρα από θέσεως ισχύος, όπως ένα μωρό παιδί. Άλλοτε πάλι επέρχεται ένας υγιής συμβιβασμός, όπου η επιθυμία για κάτι και η υποχρέωση απέναντί του βρίσκουν μια κοινή γραμμή πλεύσης, προκειμένου να λειτουργούν εύρυθμα και το αποτέλεσμα της πράξης να είναι το απολύτως επιθυμητό. Μια τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να είναι αυτή, κατά την οποία ένας άνθρωπος επιθυμεί να μάθει μια ξένη γλώσσα, όμως για να το καταφέρει αυτό πρέπει να μελετήσει τη γραμματική της, το συντακτικό της, το λεξιλόγιό της και όσα περισσότερα κείμενα μπορέσει να έχει στη διάθεσή του.

Φυσικά, αυτές οι καταστάσεις δεν είναι πάντοτε υγιείς, ούτε συμβαίνουν σε ρεαλιστική βάση. Για παράδειγμα, είναι δυνατόν να παρερμηνεύονται οι υποχρεώσεις ενός ατόμου, επειδή αυτές υπαγορεύονται από οποιονδήποτε συμφεροντολόγο, ο οποίος θυσιάζει τα πάντα στο βωμό του ψεύδους. Κατά συνέπεια, ακόμη και τα αποτελέσματα της αθέτησης των υποχρεώσεων είναι μοιραίο να είναι λανθασμένα. Επομένως, ένας γονέας μπορεί να παραμυθιάζει το μικρό του παιδί, εκμεταλλευόμενος την αφέλεια της παιδικής ψυχής του και να του λέει ότι πρέπει να κοιμηθεί το μεσημέρι, διαφορετικά θα έρθει κάποιος κακός άνθρωπος και θα το κλέψει, στην πραγματικότητα όμως αποζητά λίγες στιγμές ησυχίας, τις οποίες μπορεί να του τις προσφέρει ένα φαινομενικά αθώο ψέμα.

Άλλοτε, ερχόμαστε στην περίπτωση όπου οι επιθυμίες ενός ατόμου καθίστανται τελείως πλασματικές και δεν έχουν να του προσφέρουν απολύτως τίποτα. Η έμμεση προπαγάνδα όμως υπερνικά τη θέληση για σκέψη. Μάλιστα, για σύμμαχό της έχει και τις υποτιθέμενα λογικές υποχρεώσεις, οι οποίες ορίζουν όλα όσα οφείλεται να γίνουν, προκειμένου να επιτευχθεί ο ιερός σκοπός. Έτσι λοιπόν, στο πλαίσιο της υπερκαταναλωτικής μανίας, πολλοί άνθρωποι έχουν την τάση να αγοράζουν πολλά και διάφορα πράγματα άνευ ουσίας, διότι η λογική της εποχής υπαγορεύει ότι ως ευτυχισμένος ορίζεται εκείνος ο άνθρωπος, ο οποίος έχει στη διάθεσή του πολλά υπάρχοντα. Επομένως, προκειμένου να πετύχει κανείς αυτή την υλική ευμάρεια, οφείλει να εργάζεται πάρα πολλές ώρες,, αδιαφορώντας για την προσωπική του ζωή, και ό,τι αυτή συνεπάγεται. Βέβαια, εδώ υποκρύπτεται μια μεγάλη αντίφαση. Η αδιαφορία για την προσωπική ζωή εκπορεύεται από τις υποχρεώσεις, οι οποίες ορίζουν τις προσωπικές επιθυμίες κάποιου ατόμου. Κάτι τέτοιο προφανώς δεν βγάζει νόημα. Όμως, μέσα σε μια επίπλαστη κοινωνία, όπου όλοι πασχίζουν να υπάρξουν, με βάση την προϋπάρχουσα κατάσταση, είναι αναγκασμένοι να παλέψουν μέσα σε αυτόν το φαύλο κύκλο, προκειμένου να μην λησμονήσουν τις αξίες του ανθρώπου, με όποιον τρόπο και να ορίζονται αυτές.

Η μόνη περίπτωση, κατά την οποία οι υποχρεώσεις μπορεί να λειτουργήσουν θετικά σε έναν άνθρωπο, έιναι όταν πραγματικά αποσκοπούν στο να δείξουν σε κάποιον τη σωστή απόφαση, προκειμένου να βελτιώσουν το επίπεδο της ζωής τους και να ξεφύγουν από το τέλμα, στο οποίο είχαν πέσει. Η μόνη προϋπόθεση σε αυτή την περίπτωση είναι τα όποια ‘’πρέπει’’ να μην είναι δολερά, να μην αποσκοπούν στην καταστροφή και να επιδιώκουν το καλό του. Παραδείγματος χάριν, ένας άνδρας ή μια γυναίκα οφείλουν να διακόψουν μιαν ανούσια, μονόδρομη και δίχως συναισθηματικό αντίκρισμα σχέση, εάν επιθυμούν να είναι ευτυχισμένοι. Αντιστοίχως, εάν κάποιος ή κάποια επιθυμούν η σχέση τους να αξίζει τον κόπο και να σφυρηλατηθεί με αγάπη, πάθος, ένταση, περιπέτεια και κατανόηση, οφείλουν να παλέψουν με αυταπάρνηση, προκειμένου να κατανοήσουν τη σχέση τους σφαιρικά και να τη θωρακίσουν μέσα τους, δεδομένου ότι νοιάζονται πραγματικά για αυτόν ή αυτήν που έχουν δίπλα τους.

Προκειμένου να πετύχει κάποιος και να ξεχωρίσει στον επιστημονικό ή στον καλλιτεχνικό τομέα, οφείλει να εργαστεί σκληρά, μα πάνω από όλα ποιοτικά. Όλα αυτά δεδομένης της πλήρους αξιοποίησης των δυνατοτήτων του και της πραγματικής αρεσκείας απέναντι στο αντικείμενο ενασχόλησης. Όλος ο βίος μας διακρίνεται από διάφορα θέλω και πρέπει. Ας κάνουμε τα αδύνατα δυνατά, για να μην έχουμε απωθημένα, ανεκπλήρωτους καημούς, ούτε να γινόμαστε έρμαια της τελευταίας παγίδας της εποχής, η οποία δύναται να ακούει ακόμη και στο όνομα μόδα.

Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός