Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/ Υπερκινητικότητα αποτελεί πλέον μια πολύ συχνή νευροαναπτυξιακή διαταραχή της παιδικής ηλικίας. Σύμφωνα με τον ορισμό της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας(APA, American Psychiatric Association) είναι μια χρόνια, νευροβιολογική διαταραχή της παιδικής ηλικίας, η οποία χαρακτηρίζεται από αναπτυξιακά ακατάλληλο επίπεδο δραστηριότητας, παρορμητικότητα, διάσπαση της προσοχής καθώς και αδυναμία συγκέντρωσης. Είναι κατά βάση κληρονομική και εμφανίζεται στο 5%-7% του μαθητικού πληθυσμού. Η αναγνώριση και διάγνωσή της συνδυάζεται με την αρχή της σχολικής ζωής των παιδιών, καθώς τότε οι γνωστικές απαιτήσεις αυξάνονται.
Κάποια από τα συμπτώματα που δείχνουν ότι ένα παιδί μπορεί να εμφανίζει την συγκεκριμένη διαταραχή είναι:
Απροσεξία:
1) Συχνά αποτυγχάνει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή σε λεπτομέρειες ή κάνει λάθη απροσεξίας στο σχολείο ή σε άλλες δραστηριότητες.
2) Έχει συχνά δυσκολία στην συγκέντρωση της προσοχής σε δραστηριότητες ή στο παιχνίδι.
3) Συχνά δεν φαίνεται να ακούει όταν του απευθύνεται ο λόγος.
4) Συχνά δεν ακολουθεί τις οδηγίες και αποτυγχάνει να ολοκληρώσει τα μαθήματά του, μικροδουλειές ή καθήκοντα στο χώρο εργασίας (χωρίς να οφείλεται σε αντιδραστική συμπεριφορά ή αποτυχία κατανόησης των οδηγιών)
5) Έχει συχνά δυσκολία στην οργάνωση εργασιών και δραστηριοτήτων.
Υπερκινητικότητα:
1) Συχνά κινεί τα χέρια ή τα πόδια ή στριφογυρίζει στη θέση του.
2) Αφήνει συχνά τη θέση του στην τάξη ή σε άλλες καταστάσεις στις οποίες αναμένεται να μείνει καθιστός.
3) Συχνά τρέχει από εδώ και εκεί ή σκαρφαλώνει με τρόπο υπερβολικό σε καταστάσεις στις οποίες είναι ακατάλληλες(σε εφήβους ή ενήλικες μπορεί να περιορίζεται σε υποκειμενικά αισθήματα ανησυχίας)
4) Συχνά δυσκολεύεται να παίζει ή να συμμετέχει σε δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου ήσυχα.
Παρορμητικότητα:
1) Συχνά απαντά απερίσκεπτα πριν ολοκληρωθούν τα ερωτήματα
2) Συχνά δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του
3) Συχνά διακόπτει ή ενοχλεί τους άλλους (π.χ., παρεμβαίνει σε συζητήσεις ή παιχνίδια)
Υπάρχουν 3 υποκατηγορίες/τύποι της διαταραχής, ανάλογα με το συνδυασμό συμπτωμάτων που εμφανίζει το παιδί, και είναι οι εξής:
α) Υπερισχύων τύπος διάσπασης προσοχής, όταν υπάρχει διάσπαση προσοχής αλλά όχι υπερκινητικότητα,
β) Υπερισχύων τύπος υπερκινητικότητας, όταν υπάρχει υπερκινητικότητα αλλά όχι και διάσπαση προσοχής
γ) Συνδυασμένος τύπος, όταν υπάρχει και διάσπαση της προσοχής και υπερκινητικότητα.
Η ΔΕΠ-Υ επιδρά δευτερογενώς στα άτομα που την εμφανίζουν σε τρεις κύριους τομείς της ζωής: στον γνωστικό τομέα, στον κοινωνικό τομέα και στον συναισθηματικό τομέα.
Στον γνωστικό τομέα τα παιδιά και οι έφηβοι με ΔΕΠ-Υ παρουσιάζουν συνήθως μεγάλες ελλείψεις και δυσκολεύονται ιδιαιτέρα στο σχολείο σημειώνοντας χαμηλές επιδόσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί η διαταραχή έχει πολλά συμπτώματα που δεν αφήνουν το παιδί να οργανωθεί κατάλληλα και απορυθμίζει τους τρόπους μάθησης του. Παιδιά και έφηβοι με την διαταραχή αυτή έχουν συχνά προβλήματα στις διαπροσωπικές τους σχέσεις και ειδικότερα με τους συνομηλίκους. Αντιμετωπίζονται από τους συνομηλίκους ως «ενοχλητικά», «θορυβώδη», αντιπαθητικά και ανεπιθύμητα στα ομαδικά παιχνίδια. Επίσης τείνουν να είναι πολύ συχνά αποδέκτες σε πειράγματα και άσχημης συμπεριφοράς. Αυτή η απόρριψη που δέχονται τα οδηγεί σε απομόνωση ή παράγει ακόμα πιο «ενοχλητικές» συμπεριφορές ως αντεπίθεση ή αντίποινα που διαιωνίζουν τις κακές διαπροσωπικές σχέσεις τους.
Ο συναισθηματικός τομέας συνδέεται άμεσα με τους προηγούμενους δύο. Είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό εάν υπάρχει σχέση αιτίου-αιτιατού ανάμεσα σε αυτούς τους 3 τομείς. Είναι δηλαδή η έλλειψη κοινωνικής επάρκειας και η σχολική αποτυχία που οδηγούν σε συναισθηματικές διαταραχές τα παιδιά αυτά ή είναι η ανικανότητα ερμηνείας και κατανόησης των συναισθημάτων των άλλων(λόγω της διαταραχής) που οδηγεί σε φτωχή κοινωνική ζωή; Έρευνες προσανατολίζονται και στις δύο κατευθύνσεις.
Εάν διαγνωστεί έγκαιρα και αντιμετωπιστεί κατάλληλα, μπορεί να μειωθούν αρκετά οι αρνητικές συνέπειες στο άτομο που την εμφανίζει. Οι δύο βασικότεροι παράγοντες εξάλειψης των συνεπειών της διαταραχής είναι η οικογένεια και το σχολείο, και η συνεργασία αυτών θεωρείται απαραίτητη για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της διαταραχής. Το ελ. εκπαιδευτικό σύστημα τείνει να απορρίπτει τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες είτε γιατί οι εκπαιδευτικοί δεν είναι κατάλληλα καταρτισμένοι, είτε γιατί δεν υπάρχει η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή στα σχολικά κτήρια και το κατάλληλο προσωπικό. Ο Έλληνας εκπαιδευτικός, με αυτά τα δεδομένα, οφείλει, όσο είναι δυνατόν να εξατομικεύει την διδασκαλία του και να συμπεριλαμβάνει σε αυτήν τεχνικές και μέτρα που θα βοηθήσουν τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες να ανταπεξέλθουν στη μαθησιακή διαδικασία.
Οι παρακάτω οδηγίες είναι ένα μέρος από τις τεχνικές που προτείνουν ερευνητές, ώστε να μπορέσουν οι μαθητές με ΔΕΠ-Υ να εκτελέσουν μια εργασία/δραστηριότητα μέσα στην τάξη με όσο το δυνατόν λιγότερη διάσπαση προσοχής. Υπάρχουν πολλές τεχνικές που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι εκπαιδευτικοί, πρέπει όμως πάντοτε να λαμβάνονται υπόψη τα ατομικά χαρακτηριστικά ώστε να χρησιμοποιούνται κάθε φορά τα καταλληλότερα μέσα για τον εκάστοτε μαθητή.
Διαμορφώστε κατάλληλα την εργασία/δραστηριότητα(καθοδήγηση προσοχής):
- Αποφυγή άσχετων με το θέμα στοιχείων.
- Επισήμανση των σχετικών σημαντικών στοιχείων.
- Χρήση προφορικών ερωτήσεων που κατευθύνουν την προσοχή.
- Χρήση χρωμάτων, έμφαση με έντονη γραφή, κινούμενα σχέδια κτλ.
Αλλάξτε τις οδηγίες και την ακολουθία τους στην εργασία/δραστηριότητα:
- Αρχικά τα πιο εύκολα βήματα και σταδιακή αύξηση της δυσκολίας.
- Ενθάρρυνση όλων των μαθητών να θέσουν τους δικούς τους στόχους και να αξιολογήσουν τις επιδόσεις τους.
- Διδάξτε τους μαθητές να χρησιμοποιούν αυτο-εκπαιδευτικές στρατηγικές πριν από την έναρξη εργασιών
Διαμορφώστε κατάλληλα την εργασία/δραστηριότητα(διατήρηση της προσοχής):
- Μείωση της διάρκειας της άσκησης(διαχωρισμός άσκησης σε μικρότερα μέρη, ολοκλήρωση εργασίας σε διαφορετικές ώρες, χρήση πολλαπλών διαλειμμάτων κτλ.)
- Χρήση λιγότερων λέξεων στις οδηγίες εργασιών(περιεκτικές και σφαιρικές προφορικές οδηγίες).
- Αυξήστε την καινοτομία ανά τακτά χρονικά διαστήματα-πριν, κατά, και ιδιαίτερα προς το τέλος της εργασίας.
- Αύξηση της ποιότητας της διδασκαλίας.Εμπλουτίστε το περιβάλλον με νέα οπτικά και ακουστικά στοιχεία.
- Προσπάθεια να γίνει πιο ενδιαφέρουσα η εργασία(συνεργασία, χρήση διαφανειών, χρώμα κτλ.)
Αλλαγή οδηγιών εργασίας ή καταστάσεων κατά τη διάρκεια των εργασιών:
- Αύξηση των ευκαιριών για τα παιδιά που άρχισαν να διασπώνται κατά τη διάρκεια της εργασίας, ειδικά προς το τέλος (π.χ. οργάνωση ή αρχειοθέτηση υλικών, τον καθαρισμό της τάξης ή του χώρου κτλ).
- Αύξηση των ευκαιριών για μετακίνηση κατά τη διάρκεια των εργασιών.
- Προσθέστε μουσική ή συνοδευτικό ήχο στις εργασίες.
Αλλαγή στις συνέπειες εκτέλεσης των εργασιών:
- Αύξηση συχνότητας θετικής ανατροφοδότησης(όχι προφορικός έπαινος, ύπαρξη ενισχυτών).
- Αύξηση έντασης θετικής ανατροφοδότησης.
- Αύξηση άμεσης ανατροφοδότησης. Έχει παρατηρηθεί αυξημένη διέγερση στα παιδιά με ΔΕΠ-Υ όταν η ανατροφοδότηση γίνεται άμεσα.
- Μείωση της συχνότητας και της έντασης των αρνητικών συνεπειών. Είναι σημαντικό να χρησιμοποιείται απλός, «μαλακός» τρόπος επίπληξης, να γίνεται ιδιωτικά, να είναι σταθερός και μη συναισθηματικός.
Τέλος ο εκπαιδευτικός, κατά τη διάρκεια της παρέμβασης, καλό θα είναι να έχει στο νου του το εξής:
Η ΔΕΠ-Υ δεν οφείλεται σε έλλειψη γνώσεων ή δεξιοτήτων. Το πρόβλημα έγκειται στην διατήρηση της προσοχής, της προσπάθειας και των κινήτρων κατά τη διάρκεια εκτέλεσης καθορισμένης δραστηριότητας. Είναι αδυναμία εκτέλεσης σε κάτι που γνωρίζει το άτομο και όχι άγνοια.
www.adhdhellas.org , www.adhd.gr
Θένια Τριανταφυλλοπούλου