Ανέκαθεν οι άνθρωποι πραγματοποιούσαν αλλαγές στο σώμα τους για αισθητικούς λόγους, οι αλλαγές αυτές όμως πολλαπλασιαστηκάν με το πέρασμα του χρόνου λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας. Μία από τις πιο διαδεδομένες πρακτικές διακόσμησης του ανθρώπινου σώματος, ιδιαίτερα στις μέρας μας είναι η τεχνική της δερματοστιξίας. Η τεχνική της δερματοστιξίας ή τατουάζ όπως το λέμε πλέον, αποτελεί μια πανάρχαια πρακτική, που απαντάται σε διάφορους λαούς και πολιτισμούς.
Με τον όρο δερματοστιξία αναφερόμαστε στο σχέδιο μελάνι ή κάποια χρωστική ουσία που συνήθως χρησιμποείται διακοσμητικά ή συμβολικά μόνιμα κάτω από δέρμα. Στους τεχνικούς όρους, η διάστιξη είναι εμφύτευση μικροϋπολογιστής-χρωστικών ουσιών. Ωστόσο, στο Tahitian η δεματοστιξία ονομάζεται tatu ή tatau, από όπου και έχουμε υιοθετήσει τον όρο “ταττού” που χρησιμοποιούμε στην καθομιλουμένη(πηγή:lavart.gr). Ενώ, σύμφωνα με άλλη πηγή η λέξη tattoo προέρχεται από την πολυνησιακή λέξη «ta», που σημαίνει κάτι το εντυπωσιακό, και την ταϊτινή λέξη «tatau», που σημαίνει «για να σηματοδοτήσει κάτι»(πηγή:protagon.gr).
Ο όρος αυτό, όπως προαναφέραμε υπήρχε σε πολλούς διαφορετικούς πολιτισμούς, αλλά η υπαρχή του τοποθετείται στη Νεολιθική εποχή στην Ευρασί. Ο άνθρωπος των πάγων γύρω στα 3300 π.Χ είχε 59 διαφορετικά τατουάζ και τα περισσότερα από αυτά δε τα είχε για αισθητικούς λόγους, αλλά ως θεραπευτικό μέσο για την αρθρίτιδα. Ευρύματα, μούμιες που αποδεικνύουν την αρχαιότητα της μεθόδου αυτής ανακαλύφθηκαν και στην Κίνα από το τέλος της δεύτερης χιλιετίας προ Χριστού. Στην Κίνα τα τατουαζ συνδέονταν με εγκληματίες ή σκλάβους εως και το 1912, αν και γενικότερα πέρα από μεμονωμένες περιπτώσεις που θεωρούνταν ότι συμβόλιζε κάποιου είδους τιμωρίας, θεωρούνταν είδος λαικής τέχνης. Μάλιστα ο Μάρκο Πόλο ανέφερε ότι πολλοί από την Άπω Ινδία είχαν ζωγραφισμένο το σώμα τους με βελόνα, σαν κάτι απόλυτα φυσιολογικό και κοινό.
Ο πιο διαδεδομένος τρόπος τατουάζ είναι με τη χρήση βελόνας και την τοποθέτηση ανεξίτηλης μελάνης στα ανώτερα στρώματα του δέρματος για την αλλαγή του χρωματισμού σε διάφορα σχέδια. Στην αρχαία Ινδία, όμως και Αίγυπτο χρησιμοποιούνταν κατα βάση τα μεχντί. Το Μέχντι γνωστό και ως Χέννα είναι μια άλλη μέθοδος που συχνά αποκαλούμε τατουάζ, ωστόσο είναι κάτι το προσωρινό και γίνεται εξωτερικά. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, λοιπόν επέλεγαν συνήθως ταττού για ιέρειες κάποιας θεότητας και άρα το θεωρούσαν θρησκευτικό σύμβολο. Τα χρησιμοποιούσαν επίσης και ως θεραπευτικά μέσα. Εικάζεται από τους μελετητές ότι οι Αιγύπτιοι συνήθιζαν να «χτυπάνε» τατουάζ σε πάσχουσες περιοχές του σώματος, θεωρώντας ότι αυτό θα ανακούφιζε τον πόνο και θα εξάλειφε την αρρώστια.
Η χώρα όμως που κατέχει την πιο περίοπτη θέση και έχει τελειοποιήσει τις τεχνικές του τατουάζ είναι δικαιωματικά Πολυνησία. Μάλιστα, όπως έχουμε ήδη αναφέρει υπάρχει η άποξη ότι ο ίδιος ο όρος tattoo προέρχεται από την πολυνησιακή λέξη «tatau». Στη Σαμόα, λοιπόν οι κάτοικοι πίστευαν ότι μέσω των τατουάζ συμβολιζόταν την πνευματική δύναμη. Μάλιστα, η τεχνική περνούσε από πατέρα σε γιο, δημιουργώντας μια παράδοση δύο χιλιάδων χρόνων και μάλιστα οι τελετές μύσης στην τέχνη αυτή διεξάγονταν στην εφηβεία. Τα δημοφιλέστερα σχέδια, εκείνης της εποχής ήταν συνήθως περίτεχνα γεωμετρικά μοτίβα. Φυσικά, με το πέρασμα του χρόνου τα άτομα συνήθιζαν να προσθέτουν και άλλα σχέδια στο σώμα τους μέχρι να το καλύψουν εντελώς. Μια παράδοση που έπαψε να ισχύει όταν έφτασαν οι πρώτοι δυτικοί ιεραπόστολοι, καθώς ο Χριστιανισμός απαγόρευε ρητά τη δερματοστιξία. Και οι αναφορές και οι ιστορίες για το συμβολισμό του ταττού ατελείωτες.
Ο πρώτος επαγγελματίας εμφανίστηκε στη Βρετανία, στο Λίβερπουλ περίπου το 1870. Αρχικά, το τατουάζ στην Αγγλία είχε συνδεθεί με τους ναυτικούς και με τον υπόκοσμο, όμως λίγο αργότερα υιοθετήθηκε και από τις ανώτερες τάξεις. Ο Κουίκουεγκ, ένας «στιγματισμένος» Πολυνήσιος, αποτελεί έναν από τους κεντρικούς χαρακτήρες στο έργο του Herman Melville, Μόμπυ – Ντικ (1851). Και στις ΗΠΑ πρώτοι οι ναυτικοί άρχισαν να διακοσμούν το σώμα τους με τατουάζ και γιαυτό επισκέπτονταν κυρίως Πολυνήσιους και Ιάπωνες ερασιτέχνες. Ο Martin Hildebrandt, είναι ο πρώτος καταγεγραμμένος -τουλάχιστον- επαγγελματίας στις ΗΠΑ και ο ίδιος ήταν ένας Γερμανός μετανάστης. Άνοιξε το μαγαζί του στη Νέα Υόρκη το 1846 και μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, κατάφερε να κάνει το τατουάζ μόδα ανάμεσα στους στρατιωτικούς του Αμερικανικού Εμφυλίου. Από τη δεκαετία του 1970 και έπειτα το τατουάζ αποτελεί ένα mainstream τμήμα της δυτικής μόδας, κοινό και στα δύο φύλα, σε όλες τις οικονομικές τάξεις και σε όλες τις ηλικίες, φτάνοντας στην εποχή μας στο απόγειο της αποδοχής του. (πηγή:lavart.gr)
Η ανάπτυξη της τεχνολογίας οδήγησε στην ανάπτυξη των εργαλείων και των μεθόδων δημιουργώντας μεγαλύτερη ποικιλία σχεδίων και χρωμάτων, ελαχιστοποιώντας τον πόνο, αλλά και τον κίνδυνο των μολύνσεων. Την τελευταία δεκαετία, αθλητές, τραγουδιστές και σταρ του Χόλυγουντ άρχισαν να κάνουν τατουάζ χωρίς όριο μετατρέποντάς τα από σύμβολά αντίδρασης, θρησκευτικά σύμβολα ή σημάδια περιθωρίου την απόλυτη νέα τάση της μόδας.
“Θεωρώ το ταττού τρόπο έκφρασης και στάση ζωής,
εσύ που επιλέγεις να κάνεις μην εκφράζεις με ακαλαίσθητο τρόπο τον εαυτό σου”
Αλεξάνδρα
“Θεωρώ το ταττού τρόπο έκφρασης και στάση ζωής, εσύ που επιλέγεις να κάνεις μην εκφράζεις με ακαλαίσθητο τρόπο τον εαυτό σου”….Αυτό ακριβώς!
Αγαπώ τα minimalist τατουάζ και τα θεωρώ τέχνη.
Δειτε το παρακάτω link και πάρτε ιδέες.
https://gr.pinterest.com/explore/minimalist-tattoos/