Είναι γεγονός ότι στη σημερινή εποχή οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων τείνουν να πάρουν μια εντελώς διαφορετική τροπή, σε σχέση με προηγούμενα χρόνια. Η τεχνολογική πρόοδος, παρόλο που υπόσχεται όλο και περισσότερες ρηξικέλευθες ανακαλύψεις, με γνώμονα πάντοτε τη διευκόλυνση του συνανθρώπου και γενικότερα του κοινωνικού συνόλου, φαίνεται να αφήνει απέξω από την βελτιωτική της εξίσωση τον ανθρώπινο παράγοντα, με ό,τι και να συνεπάγεται αυτό. Η διάδραση δεν είναι τόσο έντονη και ο καθημερινός διάλογος ατονεί. Οι αιτίες για αυτό το φαινόμενο είναι ποικίλες. Ενδεικτικά θα μπορούσε να αναφέρει κανείς τα εξής.
Αρχικά, θα ήταν δυνατόν να αναζητηθεί η ρίζα του κακού στους φρενήρεις ρυθμούς της ζωής. Από τη στιγμή που μια κοινωνία απαιτεί ταχύτητα, καθώς η παραγωγική της γραμμή λειτουργεί, όσο και αν αυτό δεν γίνεται αντιληπτό με μια πρώτη ματιά, μέσα σε ασύλληπτη γρηγοράδα, πολλά πράγματα εννοούνται ή και παραλείπονται κάποτε, με αποτέλεσμα την αποξένωση των ανθρώπων μέσα σε έναν κυκλώνα από ‘’ευκόλως εννοούμενα’’. Το πρόβλημα διογκώνεται ακόμη περισσότερο, από τη στιγμή που πολλά από τα πράγματα, τα οποία θεωρείται ότι δεν χρειάζονται αναφορά, καθώς είναι ήδη κομμάτι της καθημερινής επικοινωνίας, μένουν στα αζήτητα. Ως αποτέλεσμα, αναγκάζεται κανείς να εργαστεί, να συνομιλήσει, να συναγελαστεί με ελλιπή στοιχεία. Το χειρότερο όλων είναι ότι ο καθένας που δραστηριοποιείται με τέτοιον τρόπο, κατά πάσα πιθανότητα, αγνοεί τα χαμένα κομμάτια του κοινωνικού πάζλ και υπάρχει, μέρα με τη μέρα, με όλο και λιγότερα, μέχρι τη στιγμή που πορεύεται στη ζωή σαν τον υπερφίαλο βασιλιά του παραμυθιού, ο οποίος, από αλαζονεία (περισσότερο από ανοησία) κυκλοφορούσε καμαρωτός καμαρωτός στους δρόμους του βασιλείου του, εκθέτοντας τα ωραιότατα αόρατά του ρούχα, ενώ στην πραγματικότητα περπατούσε γυμνός.
Επειδή όμως η ανθρώπινη υπόσταση διαθέτει πάντοτε έναν ατομικό και μοναδικό πυρήνα, καθώς κανείς μας δεν υπόκειται σε αυθυπαρξία, στην πορεία, λοιπόν, μπορεί να ανατρέξει κανείς σε λανθασμένα οικογενειακά πρότυπα. Καθώς η διαπαιδαγώγηση κάθε ανθρώπου ξεκινά από το οικογενειακό του περιβάλλον, αυτό οφείλει να είναι υποδειγματικό και να θέτει τις βάσεις για μια υγιή προσωπικότητα. Η ιδανικότητα αποτελεί ένα άπιαστο όνειρο για πολλά νοικοκυριά. Οι λανθασμένες συμπεριφορές και τα άσχημα καμώματα και από τις δύο πλευρές ενός σπιτιού έχουν ως αποτέλεσμα τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας ή την αποσπασματική εικόνα σχετικά με το τι είναι μια κοινωνία και πώς δύναται να την αντιμετωπίσει κάποιος νέος πολίτης, ο οποίος εντάσσεται σε αυτήν. Οι πληροφορίες που λαμβάνει κανείς δεν περνούν ποτέ από το κόσκινο της κρίσης, της σκέψης, του ελέγχου μιας άποψης. Κάτω από τέτοιες συνθήκες η παραποίηση ενός οποιουδήποτε μηνύματος καθίσταται το μόνο εύκολο να παραποιηθεί, να αλλοιωθεί ή ακόμη χειρότερα να ερμηνευθεί με έναν κατά προσέγγιση τρόπο, ο οποίος δεν θα ανταποκρίνεται σε κάτι το ορθόν, πάντοτε με βάση μια καθολική κοινωνική σύμβαση. Ο νέος διαμορφούμενος άνθρωπος παίρνει τα μηνύματά του από το κοντινό του περιβάλλον μέσα από σιωπές, απότομα νοήματα, αγνοήσεις και αψυχολόγητα νεύματα. Ετσι , αρματώνεται με κέρινα βέλη, τα οποία δεν θα κρατήσουν για πολύ στην ψυχολογική του φαρέτρα, παρά θα λιώσουν με την πρώτη ευκαιρία, με την πρώτη καυτή ένταση, με μια, κατά τα άλλα, απλή αναμέτρηση με την καθημερινότητα.
Συνεχίζοντας, ανακαλύπτει κανείς τη μονομέρεια του εκπαιδευτικού συστήματος. Όσο τετριμμένη και να δίνει την εντύπωση ότι είναι μια τέτοιου τύπου κατάσταση, με τις πάμπολλες ευκαιρίες για εναλλακτική μάθηση, όλο και περισσότερα ανανεούμενα ηλεκτρονικά μέσα, τα οποία λειτουργούν επικουρικά στη διδασκαλία, με νέους ανθρώπους, οι οποίοι δύνανται να λάβουν επιμελημένη μόρφωση, ουσιαστική σύμφωνη με τους κανόνες μιας νεωτερικής διδασκαλίας, δυστυχώς το σχολείο δεν παύει να αποτελεί έναν χώρο, όπου ακόμη εντοπίζονται άτομα, τα οποία αρέσκονται να ακούν μόνο τον εαυτό τους και δεν επικοινωνούν με τις ψυχές που καλούνται να μορφώσουν και να διαπλάσουν με ηθική, ειλικρίνεια και τιμιότητα. Σε συνδυασμό με την εμμονική προσκόλληση σε απαρχαιωμένες δομές μάθησης, και την ανεπάρκεια, τόσο πνευματική, όσο και γνωσιακή, το πρόβλημα διαιωνίζεται και παραμένει άλυτο. Συνεπεία αυτής της κατάστασης, τα παιδιά μένουν κουφά και τυφλά απέναντι σε αναμασημένες πληροφορίες, από τη στιγμή που το σχολικό χέρι τους έχει αμπαρώσει την πνευματική τους πύλη.
Επιπλέον, δεν θα πρέπει να υποτιμάται σε καμία περίπτωση ο παράγων της μόδας. Κάποτε, η ηλεκτρονική πρόοδος υποσχόταν διάδραση, κάτι το ελπιδοφόρο μέσα στον παγκόσμιο ιστό με τα δισεκατομμύρια αγνώστους. Κάθε νόμισμα όμως διαθέτει δύο όψεις. Έτσι, η σημερινή ψηφιακή κανονικότητα και η ηλεκτρονική καθημερινότητα κατάντησαν τη διάδραση τη μεγαλύτερη ουτοπία στην ιστορία της ανθρώπινης επικοινωνίας από απόσταση. Η παθητικότητα της πληροφορίας δεν αφήνει πολλά περιθώρια για ενδελεχή έλεγχο, κάποτε και καθόλου. Τα πάσης φύσεως πρότυπα υπάρχουν για να ακολουθούνται και ανάλογα με την απήχηση που έχουν σε κάθε ενδιαφερόμενο, παραμένουν ενεργά και ισχυρά για αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Ακριβώς αυτή η ανακύκλωση ιδεοληψιών είναι που καθιστά τα πράγματα ανούσια και ούτως ειπείν επικίνδυνα, καθώς αυτά καθίστανται άκριτα. Από τη στιγμή λοιπόν που η εποχή προστάζει αυτόν το διαδικτυακό τρόπο ζωής, οι περισσότεροι μένουν σταθεροί στη συσκευή τους, χωρίς να σηκώσουν τα μάτια τους για να δουν όλα όσα είναι αληθινά και εκτυλίσσονται γύρω τους, καθώς, σύμφωνα με τις προτιμήσεις που ορίζουν τα εκάστοτε φερέφωνα, με αποτελούν κέντρα ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος.
Υπάρχει η δυνατότητα αυτή η τραγική εικόνα να αλλάξει; Όσο υπάρχει έστω και ένα ανθρώπινο πνεύμα, το οποίο θα παραμένει θορυβημένο και θα έχει όρεξη για δουλειά, η ελπίδα θα του δείχνει το δρόμο προς τη λογική και δεν θα το αποδιώχνει από αυτήν. Κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να γίνει πάντοτε υπό προϋποθέσεις, η κυριότερη από τις οποίες καθίσταται η διάθεση για αλλαγή. Εάν οι οικογενειακοί δεσμοί ενισχυθούν, εξωραϊστούν, ανοίξουν σαν μια τεράστια αγκαλιά και δοθεί η απαραίτητη σημασία στα παιδιά, τότε ο διάλογος μεταξύ τους θα αποκτήσει δύναμη. Εφόσον οι σχολικές αίθουσες αρχίσουν να αφουγκράζονται τους μαθητές τους και παύσουν να αποκρυσταλλώνουν τον τρόπο μάθησης σε όλα τα επίπεδα, ξεκινώντας από τους ίδιους, τότε το πνεύμα όλων θα οξύνεται περισσότερο και η κρίση τους θα είναι ορθότερη. Στην περίπτωση που η αυτογνωσία επιτευχθεί με ομαλότητα, θα μπορέσει κανείς να αποτινάξει από επάνω του ην κρίση ταυτότητας που του επιβάλλεται από τα πάσης φύσεως προσωρινά ρεύματα και να κατακτήσει την κορυφή της επικοινωνίας, με γνώμονα την ειλικρίνεια.
Με υπομονή και επιμονή θα μπορέσει ο άνθρωπος να ξαναβρεί τον εαυτό του και να ακούσει τον διπλανό του με προσοχή. Μόνο με αυτό το σκεπτικό ο κόσμος θα μπορέσει να ξαναγεμίσει με λόγια και οι παντός τύπου απροσδιοριστίες θα οδηγηθούν στη λήθη.
Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός