Μια ασπρόμαυρη φωτογραφία

Και ξαφνικά είδα την ασπρόμαυρη φωτογραφία σου, αυτή που κοιτάς λίγο χαμηλά προσπαθώντας να δείξεις σοβαρός. Μου έκανε εντύπωση που τα μάτια σου απέφευγαν την κάμερα. Εσένα πάντα σου άρεσαν οι φωτογραφίες με τις γκριμάτσες, οι ανούσιες και οι περίεργες.

Ήταν έτσι τραβηγμένη με στόχο να φαίνεται το αγαπημένο σου τατουάζ στον ώμο. Είχε συναισθηματική αξία για σένα. Σου θύμιζε πόσο δεμένος ήσουν είσαι και θα είσαι με τους φίλους σου. Φαινόταν και κάτι σαν χορδή, ίσως ήταν η κιθάρα σου, η επέκταση του χεριού σου.

Έμεινα απορροφημένη να την κοιτάζω, δεν την προσπέρασα… όπως έκανα συνήθως με τις φωτογραφίες σου. Εκείνη είχε κάτι διαφορετικό από τις άλλες, κάτι ιδιαίτερο. Άραγε έπαιζες ή έγραφες μουσική όταν ο φωτογράφος αιχμαλώτισε εκείνη τη φωτογραφία;;

ασπρόμαυρη φωτογραφία
Ίσως ήξερες πως θα αναστατώσεις τις σκέψεις μου, πως θα έστρεφες την προσοχή μου πάνω σου, όπως έκανες σε εκείνη την πρόβα. Θυμάσαι;; Εκείνο το βράδυ που σε είδα τελευταία φορά… χρόνια πριν… Θυμάμαι το βλέμμα σου…  Ήταν σαν αυτό της φωτογραφίας. Ίδιο…

Εκείνο το βράδυ ήταν η τελευταία φορά που σε αγκάλιασα. Για πρώτη φορά σε είδα να με κοιτάς με μάτια υγρά, με μια συγκίνηση που ποτέ δεν μου έδειχνες κι ας ήμουν η μόνη που σε έβλεπα. Όταν οι άλλοι απλά σε κοιτούσαν και γέλαγαν με τα αστεία σου.

Ακόμα αναρωτιέμαι γιατί ήρθα σε αυτή την πρόβα. Μάλλον, γιατί ήθελα να δω την αλήθεια στο χαμόγελό σου… μόλις με έβλεπες ξαφνικά. Αυτό που είχες πάντα όταν με συναντούσες.

Τελείωσες και ήρθες δίπλα μου απλώνοντας το χέρι σου στο δικό μου. Εγώ έψαχνα τα μάτια σου στο πρόσωπό σου που είχε αλλάξει πολύ από την μέρα εκείνη που αποφάσισα πως ήταν επιτακτική ανάγκη να σε αφήσω. Δεν θυμάμαι πόση ώρα σε κοιτούσα όμως συνειδητοποιούσα πως το βλέμμα σου είχε ακόμα αυτό που με έκανε να σε προσέξω… Τότε σε εκείνο το μπαράκι δίπλα στη θάλασσα.

Αγάπησα τις νύχτες σου, εκείνες τις νύχτες που μιλούσες για όνειρα ξεχασμένα σε κλειδωμένα συρτάρια, εκείνες που ο μεγαλύτερος φόβος σου ήταν να μην ξεχνάς τη μουσική σου κι ας έκανες τα χειρότερα για να τραβήξεις την προσοχή μας. Ακόμα και τη δική μου, που ήξερες ότι την είχες πιστή, δυνατή και σίγουρη.

Η φωτογραφία αυτή μου θυμίσε τις στιγμές που ήθελα να τρέξω δίπλα σου να δηλώσω με θράσος την παρουσία μου μόνο και μόνο για να μην πονάς. Να ακούσω τον ήχο της καρδιάς σου που έσπαγε ενώνοντας τα κομμάτια της. Ναι, ξέρω…δεν έκανα τίποτα.

Ύστερα από εκείνη την πρόβα δεν άκουσα τη φωνή σου, δεν είδα το χαμόγελο σου, δεν άκουσα τη μουσική σου, δεν έμαθα την αλήθεια σου ούτε τον παλμό στα χέρια σου, δεν έμαθα νέα σου.

Δεν ήθελες κάποιον να σε μάθει καλά, δεν ήθελες να σε βλέπουν ευάλωτο. Ήξερες πως μαζί  μου γινόσουν ο εαυτός σου και η αγάπη μου σε τρόμαζε. Συχαινόσουν που πλησίαζα το μέσα σου, σε πείραζε που ήσουν η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου μαζί μου.

Αναρωτιέμαι που πήγαν τα χρώματά σου που τους είχες τόση αδυναμία! Τι σκοτάδια λάμπουν στην ομίχλη του μυαλού σου προκαλώντας πανικό στην ψυχή σου; Τι σε τρομάζει και διάλεξες ασπρόμαυρο το φόντο;  Άραγε ακόμα λαχταράς τη ζωή όπως τότε που ήσουν έτοιμος να γυρίσεις τον κόσμο ή έβαλες αλυσίδες στα όνειρά σου;

Ελπίζω τώρα που η ζωή προχώρησε να είσαι καλά και να μην ξεχνάς πως το πιο όμορφο συναίσθημα είναι να σε βλέπουν και όχι απλά να σε κοιτάζουν!

Μαριαλένα Βιλλιώτη