Μια από τις πιο μαγικές στιγμές ενός μικρού ατόμου, προκειμένου αυτό να το δεχτεί ως ένα όμορφο και απαραίτητο επιστέγασμα της δραστηριότητάς του κατά τη διάρκεια της ημέρας και να ξεκουραστεί, είναι η στιγμή του παραμυθιού. Εκείνη την ώρα, που όλα τα παιδιά, ασυναίσθητα, θεωρούν ιερή, τα πάντα γύρω συναινούν και διάφοροι ήρωες και διάφορες ηρωίδες αφήνουν προς στιγμήν το χάρτινο κόσμο τους και μεταπηδούν στον πραγματικό κόσμο, για να συμπαρασύρουν στις διάφορες περιπέτειές του τους μικρούς τους φίλους. Η ταύτιση με πρόσωπα και καταστάσεις είναι αναπόφευκτη και ο ενθουσιασμός ανεξέλεγκτος, μέχρι ο Μορφέας να έρθει και να αγκαλιάσει το πνεύμα τους και να βαρύνει τα βλέφαρά τους. Τότε εκείνα ταξιδεύουν πλέον, ξεκούραστα, νοητά μέσα στον προαναφερθέντα κόσμο που άκουσαν προ ολίγου από τα χείλη των γονέων τους, μέχρι να φέξει και να αφεθούν εκ νέου στην πρόκληση μιας νέας ημέρας. Οι ακροατές μπορούν να θεωρούν τους εαυτούς τους, ομολογουμένως, τυχερούς.
Τί γίνεται όμως με τους αφηγητές; Αναρωτήθηκε ποτέ κανείς τί αντίκτυπο μπορεί να έχουν τα παραμύθια εν γένει σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας; Ο διδακτισμός και η ψυχαγωγία ενός παραμυθιού, είτε αυτό ανήκει στην παλαιά φρουρά αφηγημάτων, είτε συγκαταλέγεται στους φρέσκους καρπούς της λογοτεχνικής συγκομιδής, φιλτράρονται συνεχώς από την πείρα που έχει αποκτήσει κάποιος και έχει απολέσει, στο μεγαλύτερο μέρος της, την παιδική αθωότητα. Η λογική δεν επιτρέπει σε πολλούς και πολλές να αντιληφθούν τα πράγματα όπως τα αντιλαμβάνονταν σε άλλες εποχές, με αποτέλεσμα η μαγεία να φθίνει και να θαμπώνει μπρος στην κρίση τους. Αυτή η συνθήκη της ανθρώπινης ωρίμανσης κοντέυει να καταντήσει φυσικός νόμος.
Ακόμη και έτσι όμως, υπό την επίβλεψη της σχολαστικότητας, η λογική μετατρέπεται σε έναν κριτή, ο οποίος, ασυνείδητα, επαναφέρει κάποιους ανθρώπους σε πρότερες καταστάσεις. Η προσεκτικότερη εξέταση, η συνειδητοποίηση των όσων διαδραματίζονται μέσα σε ένα παραμύθι και η κατάληξή τους, κάνουν το ενδιαφέρον τους να φουντώσει, να αναζητήσει τα βαθύτερα αίτια πίσω από ένα φαινομενικά οφθαλμοφανές ‘’πώς’’ ή ‘’γιατί’’. Αποπειρόνται να ξαναμπούν στη θέση αυτών, στους οποίους αυτά τα αναγνώσματα απευθύνονται, προκειμένου να τους γίνουν πιο κατανοητά. Ετσι κάτι μαγικό συμβαίνει και σε αυτούς. Η χαμένη τους παιδικότητα ξαναβρίσκει το δρόμο της επιστροφής. Θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι πραγματοποίησε μια κυκλοτερή πορεία, για να γυρίσει πίσω στην πηγή της. Ετσι αυτός ο νοσταλγικός περίπλους αποκτά τέτοια δύναμη, ώστε να μεταφέρει και τους μεγάλους στον ιδανικό κόσμο των παραμυθιών. Βέβαια σχεδόν κανείς δεν το ομολογεί, όμως μετά το τέλος κάθε ιστορίας, δεν βλέπουν την ώρα για την επόμενη, η οποία θα τους επιτρέψει να γίνουν και πάλι κοινωνοί του ατόμου που κάποτε ήταν.
Αυτό είναι και το βασικό ζήτημα. Πολλοί λησμονούν ότι κάποτε υπήρξαν παιδιά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η πνευματική απόλαυση που λαμβάνουν από την ανάγνωση ενός τέτοιου αφηγήματος να μην τους αγγίζει ούτε στο ελάχιστο και να πραγματοποιούν αυτή την εργασία ως μια άλλη αγγαρεία, ως ένα επαναλαμβανόμενο έργο καταναγκαστικού χαρακτήρα, το οποίο δεν έχει να τους πεί απολύτως τίποτα, είναι τελείως ελαφρό και κατά πολλούς αφελέστατο.
Προς υπεράσπιση του είδους ο διάλογος διατείνεται ότι η δημιουργία ενός τέτοιου λογοτεχνικού κειμένου απαιτεί πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια, σε σχέση με τα υπόλοιπα συγγραφικά είδη, διότι η ελευθεροστομία είναι αρκετά περιορισμένη, λόγω του νεαρού της ηλικίας των αναγνωστών και η περιγραφή οφείλει να γίνεται με τέτοιον τρόπο, ώστε όλα να είναι εύληπτα και κατανοητά με την πρώτη κιόλας ανάγνωση. Επιπλέον, εξαιτίας του διδακτισμού των παραμυθιών, όλες οι περιγραφόμενες συνθήκες πρέπει να είναι στοχευμένες έτσι που να μην υπάρχουν περιθώρια παρερμηνείας.
Προσοχή πρέπει να δοθεί εδώ, καθώς δεν γίνεται λόγος για χαλιναγώγηση της φαντασίας σε καμία περίπτωση. Μόνο υπερπροσπάθεια αποσαφήνισης διαφόρων κοινωνικών μηνυμάτων, τα οποία απευθύνονται σε ένα υπό ηθική διάπλαση κοινό. Ο διαμορφούμενος χαρακτήρας των μικρών παιδιών έχει απόλυτη ανάγκη και από αυτές τις μορφές διάπλασης, οι οποίες του δίνουν το φώς, το οποίο θα του χρησιμεύσει προς αποφυγήν πνευματικής συσκότισης στο μέλλον. Μα και οι μεγάλοι έχουν δικαίωμα στην επανεμφάνιση του μικρού τους εαυτού, έστω και στιγμιαία. Κάθε ηλικία έχει και τα αναγνώσματά της. Το θέμα είναι να μην παραγνωρίζεται η αξία τους, μα πάνω από όλα να μην υποτιμάται η συνδρομή τους στο χτίσιμο του εσωτερικού ενός ανθρώπινου οικοδομήματος.
Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός