Αριστοφάνη είσαι εδώ;

Οποιαδήποτε και αν είναι η γνώμη όλων των ανθρώπων, όσοι είχαν την ευκαιρία και την τύχη να περάσουν από τα έδρανα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και να ακούσουν τα μαθήματά της, όλοι οφείλουν να ομολογήσουν το ίδιο ακριβώς πράγμα. Σε αυτά τα έξι χρόνια διδάχτηκαν αποσπάσματα, είτε από μετάφραση είτε από το πρωτότυπο, σχεδόν όλων κειμενικών ειδών της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Κατατοπίστηκαν ιστορικά μέσω του Ξενοφώντος και του Θουκυδίδη, σε κάποιες περιπτώσεις και του Ηροδότου, γνώρισαν ενδόξους άνδρες και έγιναν μέτοχοι των παθών τους μέσω του Ομήρου, έριξαν μια διεξοδική ματιά στο δίκαιο της εποχής με το Λυσία, το Δημοσθένη και τον Ισοκράτη, έκρουσαν τη λύρα μαζί με τη Σαπφώ, τον Αλκμάνα, το Στησίχορο και άλλους λυρικούς, μελέτησαν τη φιλοσοφική σκέψη υπό την καθοδήγηση του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και παρακολούθησαν το δράμα μεγάλων οικογενειών υπό το πρίσμα του Σοφοκλή και του Ευριπίδη.

Αριστοφανης

Ομως πότε τους δόθηκε η ευκαιρία να γελάσουν; Πότε είχαν την τιμή να γνωρίσουν το χιούμορ των αρχαίων Ελλήνων; Πότε γνώρισαν τα αστεία και ευτράπελα μιας εποχής μέσω ενός κειμένου της; Είναι γεγονός ότι ο Αριστοφάνης είναι απών από το ωρολόγιο πρόγραμμα. Η αρχαία κωμωδία παραμένει στα αζήτητα της γυμνασιακής και λυκειακής εκπαίδευσης. Το μόνο που θυμίζει λίγο γέλιο είναι αναφορές από χαρακτηριστικά αποσπάσματα του συγγραφέα Λουκιανού και πάλι όμως αυτά, επί της ουσίας, αποτελούν κριτική στο είδος της ‘’επιστημονικής φαντασίας’’ της εποχής. Ακόμη και σε πανεπιστημιακό επίπεδο η διδασκαλία της κωμωδίας είναι αρκετά περιορισμένη, αλλά, ευτυχώς, υπαρκτή.

Παρ’ όλο που υπάρχει πρόβλεψη για τη διδασκαλία των Ορνίθων στην γ’ γυμνασίου, μετά την ολοκλήρωση της Ελένης του Ευριπίδη και μάλιστα το αντίστοιχο εγχειρίδιο έχει ανανεωθεί με νέες σημειώσεις, πιο ενημερωμένο υλικό και πιο πρόσφατη μετάφραση, το αριστούργημα του κωμωδιογράφου παραμένει στην άκρη, χάριν της τραγωδίας.

Γιατί οι καθηγητές όλα αυτά τα χρόνια επιμένουν να κάνουν τα παιδιά να κλαίνε και τους στερούν το γέλιο; Φταίνε άραγε το μήκος των έργων, η γλώσσα τους, το ύφος τους, το νόημά τους; Ας τα πάρουμε ένα ένα, για να βρούμε την υποτιθέμενη ρίζα του κακού.

Αριστοφανης κωμωδία

Από τις 11 κωμωδίες του που μας σώζονται ακέραιες, (ο Αριστοφάνης έγραψε γύρω στις 44 κωμωδίες, σύμφωνα με την αρχαία παράδοση), οι Ορνιθες, το έργο που συμπτωματικα προτείνεται για διδασκαλία, είναι το μεγαλύτερο από τα έργα του, αριθμώντας 1765 στίχους. Το μέγεθός δεν θα πρέπει να αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα μελέτης μέσα στη σχολική αίθουσα, καθώς η Ελένη αποτελείται από μόλις 63 στίχους λιγότερους και διδάσκεται ολόκλρηρη κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Και όχι απλώς διδάσκεται, αλλά μένει και χρόνος για την επανάληψή της και την επισήμανση ιδιαιτέρως δύσκολων και ενδεχομένως δυσερμήνευτων χωρίων. Οσον αφορά τα έργα της κωμωδίας, άλλα είναι αρκετά μικρότερα, χωρίς αυτό να καθιστά την ποιότητά τους και τη σημαντικότητά τους χαμηλότερες. Κανένα από τα έργα δεν είναι μειωμένου ενδιαφέροντος. Επομένως το πρόβλημα δεν βρίσκεται εδώ.

Αλλοι βρισκουν τη γλώσσα του εξεζητημένη. Ο Αριστοφάνης υπήρξε μεγάλος χειριστής της γλώσσας, όπως κάθε αξιόλογος πνευματικός άνθρωπος που καταπιάνεται με τη συγγραφή. Η φύση της κωμωδίας και οι καταστάσεις που σατύριζε, του έδωσαν το περιθώριο να πλάσει νέες λέξεις, οι οποίες φυσικά δεν υπήρχαν στο λεξιλόγιο της γλώσσας και δεν χρησιμοποιούνταν στην καθημερινότητα της αρχαίας Αθήνας από τους πολίτες της. Μάλιστα στις Εκκλησιάζουσες υπάρχει, στο τέλος του έργου, η μεγαλύτερη λέξη που έχει εντοπιστεί μέχρι στιγμής στα αρχαία Ελληνικά και περιγράφει ένα φαγητό, τα υλικά του περισσότερο. Λοιπόν, αυτή η λέξη, το 1983, κόσμισε το βιβλίο των ρεκόρ Guiness. Τέτοια ήταν η δύναμη της φαντασίας του κωμωδιογράφου. Από εκεί και πέρα όμως τα πράγματα είναι πολύ απλά. Η γλώσσα που μεταχειρίζεται ο Αριστοφάνης είναι η Αττική διάλεκτος με κάποια στοιχεία από την Ιωνική. Αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα, καθώς στο γυμνάσιο το δράμα, όπως και το έπος, διδάσκονται από μετάφραση. Στα παιδιά δίνεται η ευκαιρία να παρακολουθήσουν, από πρώτο χέρι, τη γλωσσική καθημερινότητα ανθρώπων από το πλήθος της αγοράς, του απλού οίκου, του μόχθου και του μεροκάματου, στο μεγαλύτερο μέρος των έργων τουλάχιστον. Επομένως ούτε εδώ υπάρχει κάποιο κώλυμα.

Ο Αριστοφάνης κατηγορείται για ασέβεια, καθώς το ύφος των κειμένων του κρίνεται αισχρότατο. Εδώ χρειάζονται μερικές εξηγησεις. Τα όποια αισχρολογικά και βωμολοχικά στοιχεία εντοπίζονται στα έργα του και είναι αρκετά, δεν αποτελούν προϊόν ανωριμότητας και άνευ νοήματος πρόκλησης. Ο Αριστοφάνης προέρχεται από μια παράδοση, η οποία ενείχε το στοιχείο του σκώμματος, του έντονου πειράγματος. Οι βωμολόχοι στην αρχαιότητα ήταν άτομα, τα οποία παραφύλαγαν κοντά στα ιερά και με διάφορες γελοίες επιδείξεις προσπαθούσαν να αποσπάσουν, από όσους έρχονταν να προσφέρουν τιμές στους θεούς, κάτι για να τραφούν. Πολλοί συνάδελφοι του Αριστοφάνη έγραψαν πολλά και διάφορα αισχρά μόνο και μόνο για να προκαλέσουν. Ο ίδιος δεν συμμεριζόταν την άποψή τους και δεν παρέλειπε να τους ασκεί κριτική για αυτό. Η δική του τέχνη στηρίζεται στην ευφυή κοινωνική κριτική. Τα σχόλιά του έχουν ως στόχο να επιφέρουν το γέλωτα, την ίδια στιγμή όμως στρέφεται προς τους ίδιους τους θεατές ένας παραμορφωτικός καθρέφτης, ο οποίος τους εξωτερικεύει τον εσωτερικό τους κόσμο και γνωστοποιεί τις μύχιες σκέψεις τους. Την ώρα που το κοινό γελάει και διασκεδάζει, ο Αριστοφάνης κουνάει το δάχτυλο σε αυτούς και τους αποκαλύπτει ποιοί πραγματικά είναι. Από τη στιγμή όμως που έχει επιλέξει αυτό το κειμενικό είδος για να εκφραστεί, δεν είναι δυνατόν να παραβλέψει τη φύση του. Φροντίζει ωστόσο όλα όσα παρουσιάζει να είναι έξυπνα. Ας σκεφτουμε και το άλλο. Εάν τα αριστοφανικά έργα ήταν τόσο προκλητικά και ανάξια λόγου, οι βυζαντινοί αντιγραφείς και γραμματικοί δεν θα τα διέσωζαν, ούτε θα σχολίαζαν, ούτε θα πρόσθεταν τρία από αυτά, τον Πλούτο, τους Βατράχους και τις Νεφέλες, τη λεγόμενη ‘’Βυζαντινή Τριάδα’’, στο εκπαιδευτικό τους πρόγραμμα. Η προσεχτική μελέτη και ο πλούσιος σχολιασμός θα καταστήσουν τα παιδιά κοινωνούς της λογοτεχνικής απόλαυσης. Τα όποια σχόλια περι πορνογραφημάτων περιττεύουν και καλό θα ήταν να αποσιωπούνται.

Μένει να εξεταστεί η νοηματική δυσκολία των κειμένων. Ο πόλεμος η δικομανία, η κατάχρηση εξουσίας, η απληστία, η έλλειψη ποιότητας ζωής είναι οι κεντρικοί άξονες, από όσο γνωρίζουμε μέχρι στιγμής, της θεματολογίας των αριστοφανικών έργων. Ιδίως η κριτική που ασκείται σε πολιτικά πρόσωπα της εποχής και σε πνευματικούς ανθρώπους είναι δριμύτατη. Η δηκτικότητα των λόγων του, όσο και να ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, δεν του επέτρεψε ποτέ να λάβει την πρώτη θέση. Οι Αθηναίοι μπορεί να σέβονταν τις κουβέντες του και να γελούσαν με τις καταστάσεις που αναπαριστούσε, αλλά αισθάνονταν μια πικρία για την παρουσίαση της γυμνής αλήθειας μπροστά τους και αδυνατούσαν να τον τιμήσουν όπως του άξιζε. Ας θυμηθούμε και το παράδειγμα του ποιητή Φρύνιχου και του έργου του Μιλήτου Αλωσις.

Παραστάσεις έργων του Αριστοφάνη έχουμε ανά την Ελλάδα και στη σημερινή εποχή, με πολύ μεγάλη επιτυχία μάλιστα. Επομένως είναι απορίας άξιο γιατί αυτός ο άνθρωπος λείπει από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εάν θεωρείται ότι είναι επικίνδυνος, ότι μεταφέρει μηνύματα περί αμφισβήτησης και χλευασμού της εξουσίας και σίγουρα θα παρερμηνευτεί από ανώριμα άτομα, αυτοί που κάνουν τέτοιες σκέψεις πλανώνται πλάνην οικτράν. Ο Αριστοφάνης δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, μόνο εμπεριστατωμένη μελέτη και τεκμηριωμένη εξήγηση, προκειμένου να συλλάβουν οι ενδιαφερόμενοι το νόημα των λόγων του. Προφανώς αυτό το έργο πέφτει πολύ βαρύ στις πλάτες των εκπαιδευτικών, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους επαναπαύονται σε ευκολότερες λύσεις (χωρίς να παραγνωρίζεται φυσικά η αξία και το κύρος των υπολοίπων κειμενικών ειδών).

Την ώρα που ο δρόμος ανοίγεται μπροστά σε αυτά τα έργα, κανείς δεν παίρνει το θάρρος να τον διασχίσει. Χρειαζόμαστε ακόμη πολλά ψυχικά αποθέματα, προκειμένου να ασχοληθούμε σοβαρά, σε σχολικό επίπεδο, με αυτές τις κωμωδίες, οι οποίες διακρίνονται για τη διαχρονικότητά τους και έχουν τόσα πλούτη να προσφέρουν στο νού των παιδιών. Αναμένεται ο διαχειριστής του κληροδοτήματος του Αριστοφάνη, ο οποίος θα αποφασίσει να κάνει το, ομολογουμένως, επίμοχθο ταξίδι στη γνώση και στην αποκατάσταση του μεγίστου κωμικού στη θέση που του αρμόζει.

Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός