Εμείς να πετάξουμε θέλαμε!

πετάωΣκηνές παραλόγου ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια μας, και μια μαγεία συναισθηματική, καταφέρνει καμιά φορά να αδρανοποιήσει τα αντανακλαστικά της λογικής μας.

Παιχνίδι χαμένο απ’ τα αποδυτήρια, μα ετούτοι εδώ οι λαϊκοί, δεν το ξέρουν και συνεχίζουν να πολεμούν. Μια μοίρα φτιαγμένη και αποφασισμένη από πριν, χωρίς πόλεμο, χωρίς νίκες και ήττες . Μια τραγωδία η οποία συνεχίζεται και προχωρά κανονικά, χωρίς αίματα και χωρίς λαβωματιές, παρά μόνο βουβοί πόνοι και πνιχτοί λυγμοί, σαν εκείνους που ανεβαίνουν ως επιθανάτιοι ρόγχοι πρώτα στον οισοφάγο μας, μετά στην όψη μας και μετά στα μάτια μας κάνοντάς τα να τρέχουν χωρίς να το θέλουν με εκείνα τα ξινά δάκρυα της απογοήτευσης και της προδοσίας.

Μια εικόνα καμωμένη από γυαλί, τσιμέντο και ατσάλι ορθώνεται, με ανθρώπους μαζεμένους σαν μια γροθιά, με πλακάτ στα χέρια, να συνθλίβονται κάτω από τεράστιους όγκους κτιρίων και να γίνονται ασήμαντοι, μέσα σ’ αυτό το ασύμμετρο δάσος των επιβαλλόμενων σχημάτων, που καταργεί σε μια νύχτα το γνώριμο μέχρι τώρα μέτρο της παλιάς και οικείας δημοκρατικής ελευθερίας.

Ένας νέος κόσμος μας επιβάλλεται, γεμάτος ανησυχία, δέος και άγχος, με πρόσχημα το αλληλέγγυο και φωτεινό Ευρωπαϊκό όνειρο.

Εμείς πιστέψαμε!

Αγαπήσαμε!

Ψηφίσαμε και ελπίσαμε!

Και δεν μας ένοιαξε, ποιας κυβέρνησης θα ήταν τα δοσμένα φτερά και με τι υλικό θα ήταν καμωμένα.

Εμείς να πετάξουμε θέλαμε!

Κώστας Παρδάλης