Όταν οι νότες σωπαίνουν

~Αφιερωμα στον Μίκη Θεοδωράκη

Στην κοινωνική και χρονική πραγματικότητα διαπράττονται καθημερινά πάσης φύσεως εγκλήματα, εγκλήματα τα οποία αιτιολογούνται πλήρως, αν και με παράλογο τρόπο ή μένουν τελείως αστήρικτα και ούτως ειπείν ανήθικα. Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι αιτίες για την εγκληματική πράξη δεν έχουν καμία σχέση με την ηθικολογία της εκάστοτε εποχής, παρά μόνο ακολουθούν τη φυσική πορεία του αναπόφευκτου. Με άλλα λόγια ο χρόνος καθίσταται αθώος φονιάς, όσο οξύμωρο και αν φαίνεται αυτό, χτυπώντας στο ώμο, όταν έλθει η στιγμή από τη μοίρα να δράσει, το θεριστή της ζωής. Ο Θάνατος δεν παύει να είναι ποτέ η υπενθύμιση της θνητότητάς μας και η επιβεβαίωση της αθανασίας του πνεύματος.

 
Στην Ελλάδα μια τέτοιου μεγέθους εγκληματική πράξη είχε να διαπραχθεί από το 1994, από το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκη. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 2021 έφυγε από τη ζωή το άτυπο ‘’αντίπαλον δέος’’ του προαναφερθέντος μουσικού, ο Μίκης Θεοδωράκης. Σε μια τετραετία θα συμπλήρωνε έναν αιώνα ζωής, όμως το ‘’γραφτό’’ του ήταν διαφορετικό. Γεννημένος στη Χίο το 1925, συμπατριώτης του μεγαλύτερου τυφλού τραγουδιστή, του Ομήρου, σύμφωνα τουλάχιστον με τα στοιχεία από κάποιες αρχαίες πηγές σχετικά με την καταγωγή του, πέρασε την πρώτη δεκαετία της ζωής του σε διάφορα μέρη της επαρχίας. Τότε ήταν που άρχισε και τα πρώτα μαθήματα μουσικής, ασχολούμενος αρχικά με το βιολί ως κύριο μουσικό όργανο. Τα πολιτικά του ένστικτα φάνηκαν αρκετά νωρίς, όταν άρχισε να οργανώνεται εναντίον του κατακτητή. Οι σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών σφυρηλάτησαν ακόμη περισσότερο το ταλέντο του, το οποίο φάνηκε από νωρίς με κάποιες πρώιμες συνθέσεις του και παρουσιάσεις στο ευρύ κοινό. Οι συνεχείς εκτοπίσεις του κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, η πλευρίτιδα και οι κακουχίες στο στρατό θα τον φέρουν σε πολύ άσχημη κατάσταση.

Τελικά, καταφέρνει να ανακάμψει από όλα και το 1954 πηγαίνει στη Γαλλία, με σκοπό τη συνέχεια, την ανάπτυξη και τη βελτίωση των μουσικών του σπουδών. Ύστερα από την αποπεράτωσή τους και τη συνεργασία με μερικά σημαντικά πρόσωπα του εξωτερικού, επιστρέφει το 1960 στην Ελλάδα, όπου ξεκινά και η συνεργασία του με διάφορους νεοέλληνες ποιητές. Η αγάπη του για τη συμφωνική μουσική είναι έκδηλη. Έτσι λοιπόν, την ίδια περίοδο ιδρύει τη Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών, προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με αυτό το μουσικό είδος.

Ο Θεοδωράκης όμως, εκτός από αξιολογότατος μουσικός, υπήρξε και ιδεολόγος με έντονο το αίσθημα του δικαίου. Ήδη από τη δολοφονία Λαμπράκη το 1963 προσχώρησε στην αντίστοιχη νεολαία. Κατά την περίοδο της δικτατορίας όρθωσε το πνευματικό του ανάστημα και με όπλα τη μουσική του και το πνεύμα του πραγματοποίησε τη δική του αντίσταση, σε συνεργασία με ένα επιτελείο εκλεκτών καλλιτεχνών. Ήδη το όνομά του ήταν γνωστό παγκοσμίως. Στην εξάπλωση της φήμης του συνέδραμε και η επιτυχία της ταινίας Zorba the Greek (ποιος ξεχνάει ακόμη και σήμερα τη στιγμή όπου ο μουσικός και ο πρωταγωνιστής της ταινίας, Άντονι Κουίν, χορεύουν αντικριστά υπό τους ήχους της μουσικής και συγκεκριμένα από το περιβόητο συρτάκι).

Μετά το 1974 ο Θεοδωράκης επέστρεψε στην Ελλάδα, από όπου έλειπε ήδη από το 1970. Από τότε και μέχρι οι σωματικές του δυνάμεις να τον εγκαταλείψουν, πραγματοποίησε μια σειρά από συναυλίες με θέματα όπως η ειρήνη, η δικαιοσύνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα ναρκωτικά, ο αναλφαβητισμός και εν γένει η συνεννόηση μεταξύ των λαών.

Οι μουσικές του συνθέσεις ανέρχονται σε αρκετές δεκάδες. Τα βιβλία του, αν και σημαντικά λιγότερα, παραμένουν μεστά περιεχομένου. Η πολιτική και ανθρωπιστική του δράση εκτείνονται μέχρι το 2018, όπου ήταν ένας από τους κύριους ομιλητές στο συλλαλητήριο για τις νέες εξελίξεις πάνω στο Μακεδονικό ζήτημα. Ομολογουμένως, η εκτίμηση και η αξιολόγηση της προσωπικότητάς του δεν εξαντλούνται στο στενό πλαίσιο ενός μικρού κειμένου. Οι ανώτατοι πλέον κριτές για τέτοια μεγέθη καθίστανται ο χρόνος και η μνήμη. Αυτοί θα αποδώσουν σε αυτόν την πραγματική του αξία. 

Γρηγόρης Χατζηλαμπρινός