λοκ ντάουν

Ο κόσμος συνήθως μετράει τις λύπες του, δεν μετράει τις ευτυχισμένες στιγμές.  “Υπόγειο” Ντοστογιέφσκι

 Το λοκ ντάουν παρατείνεται και μαζί με αυτό το συναίσθημα του εγκλεισμού που γέννησε σε λιγότερους από εννέα μήνες κυοφορίας. Καθένας ασφυκτιά μοναχικά χωμένος στη δική του πραγματικότητα καθώς η πραγματικότητα του άλλου φαντάζει πάντα μακρινή και απροσπέλαστη. Καθένας απ΄ την άλλη ασφυκτιά με το δικό του τρόπο, είτε γελώντας είτε πλαντάζοντας στο κλάμα είτε γυρίζοντας ανέκφραστος σελίδα στην εφημερίδα του. 

 Είμαστε λοιπόν κλειδωμένοι μέσα. Ακριβέστερα, είμαστε κλειδωμένοι κάτω, όχι πάνω, οπωσδήποτε σε ένα χώρο χαμηλότερο από το επίπεδο στο οποίο είμαστε. Καταπακτές, λαγούμια, υπόγεια, ορυχεία είναι τα νέα μας κρησφύγετα για τις δύσκολες ώρες της πανδημίας. Εκεί μέσα γλείφουμε κρυφά όποιες σταγόνες απόλαυσης μπορούμε να αποστραγγίξουμε από το περιβάλλον μας ή όσες έχουμε διαφυλάξει από τη σφαίρα του παρελθόντος. Γλείφουμε, χωρίς να απολαμβάνουμε γιατί η απόλαυση είναι μια απαγορευμένη λέξη σε καιρούς χαλεπούς. Όταν το γλείψιμο σταματά, επιστρέφουμε στη βολική μας ασφυξία. 

 Όλοι επιστρέφουμε, εκτός από τους δημιουργικούς. Αναφερόμαστε σε μια εξαιρετική κατηγορία ανθρώπων που έχουν μάθει να ελίσσονται σε κάθε κατάσταση εγκλεισμού γιατί όπου δεν βρίσκουν πόρτες εξόδου τις δημιουργούν. Είναι οι ίδιοι που έχοντας υπάρξει παρατηρητές της παλαιάς τους, προ καραντίνας ζωής, συνειδητοποιούν ότι δεν είναι η αδράνεια φυσική απόρροια της καραντίνας αλλά μοτίβο επαναλαμβανόμενο σε κάθε μορφή ζωής ενός ανθρώπου που δεν έχει δημιουργήσει ζωή. Ο άνθρωπος που δεν υποφέρει τη ζωή είναι εκείνος που δεν υποφέρει και την απουσία της. 

Αυτό δεν σημαίνει ότι αναιρούμε τα υπαρκτά εμπόδια δημιουργώντας πλασματικές διεξόδους. Μπορούμε όμως εμείς να προσαρμόσουμε το μέγεθος της κλειδαριάς ή να λειάνουμε το κλειδί. Ποιος είναι εξάλλου ο κλειδοκράτορας;       

Μαρία Χαμηλάκη