Ύπαρξη, Φιλοσοφία και Λογοτεχνία από τον Νίκο Καρούζο.

Η ανθρώπινη ύπαρξη στάθηκε πολλές φορές σημείο αναφοράς και προβληματισμού για Έλληνες και ξένους λογοτέχνες. Ταυτόχρονα, πολλοί ήταν και οι φιλόσοφοι ανά τους αιώνες που αναζήτησαν μια διέξοδο στις υπαρξιακές τους αναζητήσεις. Προέκυψαν, όμως, και λογοτέχνες-φιλόσοφοι που μερίμνησαν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο να θέσουν ισχυρά φιλοσοφικά ερωτήματα μέσω ποιητικών μοτίβων, καταρρίπτοντας έτσι, και την κραταιά διαμάχη μεταξύ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Αρωγός σε αυτήν την τελευταία προσπάθεια υπήρξε και ο ποιητής Νίκος Καρούζος.

karouzos
Γεννημένος στο Ναύπλιο το 1926, κράτησε από την γενέτειρά του αναμνήσεις που τον συνόδευαν σε όλη του τη ζωή. Ο δάσκαλος πατέρας του και ο ιερέας παππούς του συνέβαλαν, έτσι ώστε ο Καρούζος να έρθει από μικρή ηλικία σε επαφή με τη λογοτεχνία, την γνώση και την ηθική. Μετά το πέρας των γυμνασιακών του σπουδών, περνά στη Νομική Σχολή Αθηνών και στην Σχολή Πολιτικών Επιστημών του πανεπιστημίου Αθηνών (1945). Τα ίδια χρόνια συμμετέχει στο Εθνικό Απελευθερωτικό μέτωπο, διώκεται και εξορίζεται δύο φορές, μία στην Ικαρία (1947) και μία στην Μακρόνησο (1953). Τα επόμενα χρόνια παντρεύεται και χωρίζει δύο φορές, εγκαταλείπει την Νομική και ασχολείται πλέον αποκλειστικά με την συγγραφή και δημοσίευση ποιημάτων και πεζών. Το 1961 κερδίζει το Β’ Κρατικό Βραβείο ποίησης και το 1962 το Α΄ Βραβείο ποίησης της Ομάδας των Δώδεκα. Την τελευταία δεκαετία της ζωής του, συνεργάζεται με την ΕΡΑ κάνοντας λογοτεχνικές εκπομπές. Το 1988 βραβεύεται με το Κρατικό Λογοτεχνικό βραβείο ποίησης. Ήδη από το 1986 νοσηλεύεται σε διάφορες κλινικές και το 1990 αφήνει την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Υγεία.

Ο πολυγραφότατος αυτός συγγραφέας – συμβατικά – της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς (ο ίδιος έβλεπε τους λογοτέχνες ως ποιητικές μονάδες που δεν χωρούν σε συγκεκριμένα καλούπια), ενδιαφέρθηκε έντονα για την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Ιδιαίτερα τον απασχόλησε το πώς υπάρχουμε μέσα στον χρόνο και το πώς αυτός συνδιαλέγεται με την ζωή και τον θάνατο. Οι στίχοι του, γεμάτοι φιλοσοφικές συνιστώσες, αναστοχάζονται ακατάπαυστα πάνω στην αγωνία που επιφέρει η αναζήτηση της ουσίας, η διερεύνηση της θέσης του ανθρώπου μέσα στην φύση και στον χρόνο. Η υπαρξιακή αγωνία για τον Καρούζο δεν λειτουργεί ασφυκτικά. Το ποιητικό υποκείμενο, όταν ζητά «να υπάρχει» ή όταν «υπάρχει», δείχνει να έχει οξυμένες τις αισθήσεις του. Βρίσκεται σε μια ενεργητική διαδικασία αναζήτησης, ενδοσκόπησης, παρατήρησης. Τα ψήγματα απελπισίας χάνονται μπροστά στον φιλοσοφικό στοχασμό.

Η υπαρξιακή αγωνία δεν είναι κάτι που βραχύβια απασχόλησε τον ποιητή. Και στους δύο μεταθανάτιους συγκεντρωτικούς τόμους των ποιημάτων του [Τα Ποιήματα Α’ (1993) και Τα Ποιήματα Β’ (1994)], παρατηρούμε ότι άλλοτε με πιο αναλυτικό άλλοτε με πιο μινιμαλιστικό τρόπο γραφής, ο Καρούζος νιώθει την ανάγκη «να υπάρχει». Ενδεικτικοί είναι οι παρακάτω στίχοι:

Από τον πρώτο τόμο των ποιημάτων του:

«Δεν είναι πια

(ο θάνατος)

δεν ήτανε πριν

(η ανυπαρξία)

και πόσο να ‘μενε στα λίγα δευτερόλεπτα.»1

Ή

«Η αγωνία βαραίνει στο στήθος μου ευχάριστα.»2

Από τον δεύτερο τόμο των ποιημάτων του:

«/9/ εσύ ποιος είσαι;/ εγώ-δεν-είμαι»3

Ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα του Καρούζου είναι το γεγονός ό,τι αφοσιώθηκε στη βαθιά κατανόηση και ερμηνεία διάφορων φιλοσοφικών ιδεών, που είχαν τις ρίζες τους στα αρχαία χρόνια και τα νεότερα, από την Δύση μέχρι την Ανατολή. Οι φιλοσοφικές αυτές ιδέες που δανείστηκε τον βοήθησαν και του παρείχαν τον αναγκαίο λογοτεχνικό χώρο, για να διατυπώσει τις δικές του υπαρξιακές ανησυχίες και αναζητήσεις σε προϋπάρχουσες φιλοσοφικές δομές. Ο ίδιος δεν επιχείρησε ποτέ βέβαια να δημιουργήσει ένα δικό του φιλοσοφικό σύστημα, αλλά φιλόσοφοι όπως ο Ηράκλειτος, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, ο Πλωτίνος, ο Ντεκάρτ και ο Σαρτρ, ο Κίρκεγκωρ, μέχρι και ο Κομφούκιος και ο Λάο Τσε, άφησαν το αποτύπωμά τους στην ποίηση του. Εκτός όμως από τους «καθαρά» φιλοσόφους, την παρουσία τους στην ποίηση του Καρούζου έκαναν αισθητή και ποιητές που με το έργο τους ενδιαφέρθηκαν για την φιλοσοφία, όπως ο Δ. Σολωμός (τον οποίο ο ποιητής θεωρεί «δάσκαλο»), αλλά και ο Κ. Π. Καβάφης (τον οποίο ο Καρούζος φαίνεται πως εκτιμούσε πολύ).

Εντέλει, ο Νίκος Καρούζος παραδίδεται στα χέρια μας βαθιά φιλοσοφικός και στοχαστικός. Η υπαρξιακή αγωνία τον συνόδευσε σε όλη την ποιητική του πορεία και αποτέλεσε ένα από τα βασικά του ποιητικά μοτίβα. Στο πλούσιο έργο του συναντούμε εκτός από τα ζητήματα της ύπαρξης, κι άλλες έννοιες, π.χ. τον χρόνο, αντιθετικά ζεύγη, όπως ζωή-θάνατος, γέννηση-φθορά και όνειρο-πραγματικότητα, την ελευθερία, την μοναξιά, την φύση, το θείο, την ίδια την γλώσσα. Η έντονη αποσπασματική εικονοποιΐα στον πρώτο τόμο των ποιημάτων του, αλλά και η δραστική απλότητα της δεύτερης συλλογής συνθέτουν ένα εντυπωσιακό φιλοσοφικό μωσαϊκό.

Σε μια εποχή αναζήτησης, αναθεώρησης και αναστοχασμού, ο ποιητής, που κατάφερε να συνδυάσει την απλότητα των πρώτων υλικών του, την καθημερινή, δηλαδή, πολύβουη ζωή της Αθήνας με ισχυρούς φιλοσοφικούς προβληματισμούς, παρουσιάζεται πιο επίκαιρος από ποτέ.

Γεωργία Δημητριάδου

1 «Ο Γιάννης μέσα στο έαρ», Τα Ποιήματα Α’ (1993), 52013.

2 «Αγγίζοντας», Τα Ποιήματα Α’ (1993), 52013.

3 Άτιτλο, Τα Ποιήματα Β’ (1994), 22007.