Πρόσωπα: Astor Piazzola

Astor Piazzola …ένας  μουσικός  με  πάθος…

Απολάμβανα τον δεύτερο καφέ της ημέρας όταν την ακοή μου γαργάλισε μια υπέροχη, γνώριμη μελωδία. Το «Cite Tango» έπαιζε χαμηλόφωνα στα ηχεία του πέτρινου καφέ, που έδινε άλλον αέρα το κέντρο της πόλης.
«Το Tango είναι  πάθος,  έρωτας,  εθισμός, δύναμη  και  αδυναμία, συναίσθημα  και  λίγη αμαρτία, μια απόφαση μέσα στην  αναποφασιστικότητα.  Χωρίς  αυτά  είναι  αδύνατο  να  συνθέσεις  μουσική ταιριαστή  ούτε  βήματα  που  θα  μιλούν  στη  σιωπή. Χρειάζεται  να  είσαι  επαναστάτης  για  να  χορέψεις  Αργεντίνικο  Tango.  Να  πετάς,  να  σταματάς,  να  μαγεύεις,  να  απαιτείς, να  εμπιστεύεσαι, να  αφήνεσαι,  να διεκδικείς, να  ερωτεύεσαι.  Να  δίνεις  στα  βήματα  μια  δική  σου  εκδοχή  της  Ιστορίας. Υμνεί τον έρωτα όπως του αρμόζει» σκέφτηκα όση ώρα το ορχηστρικό κομμάτι του Astor Piazzola κορυφωνόταν.

Άνοιξα  το  σημειωματάριο  μου,  ως  συνήθως,  για  να  καταγράψω τις  Tango διαθέσεις μου.  Ο σελιδοδείκτης μου έδειξε 11  Μαρτίου. Η μνήμη μου γύρισε γρήγορα πίσω  στο  1921  όπου  γεννιέται  από  δύο  Ιταλούς  μετανάστες , στο Μαρ ντε  Πλάτα, ένας  μουσικός  με  πάθος.   Άνοιξα αμέσως το youtube και έβαλα δυνατά να παίξει το Cite Tango.

Ο «El  Gran  Astor» όπως  έμεινε  γνωστός  στην  Αργεντινή. Το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής  του  ηλικίας βρίσκεται στη  Νέα  Υόρκη όπου  μαθαίνει  να  μιλά  τέσσερις  γλώσσες: Αγγλικά, Ισπανικά, Ιταλικά  και  Γαλλικά. Στην  ηλικία  των  8  ετών  μαγεύεται  από  τον  ήχο  ενός bandoneon αγορασμένο  από  τον  πατέρα  του.  H ενασχόληση με  το συγκεκριμένο  μουσικό  όργανο  τον  εξελίσσει  σε  παιδί  θάυμα.

Τα  μαθήματα  που  παρακολουθεί  με  τον καθηγητή  Andres D’Aquila για  ένα  χρόνο  τον  οδηγούν  στην  πρώτη  του  σύνθεση. Ο δίσκος  φωνογράφου  με  τίτλο  «Marionette Spagnol» ηχογραφείται στο Radio Recording Studio της Νέας Υόρκης το Νοέμβριο του 1931.

Σε νεαρή ηλικία  συναντά  τον Carlos  Gardel. Μια  προσωπικότητα  του  Αργεντίνικου  Tango,  μια φωνή  ιδιαίτερα  οκεία στον  μουσικό κόσμο.  Η φιλία  που  ανέπτυξε  με  την  οικογένειά  του ,  του  έδωσε την ευκαιρία να  ερμηνεύσει  ένα  σύντομο κομμάτι  στην κινηματογραφική  ταινία «El  dia que  me  Quieras» ως  το  παιδί  της  εφημερίδας.  Η  ταινία  παίζει  σημαντικό  ρόλο  στην  Ιστορία  του  Τάνγκο.

Το  1937  η  επιστροφή  στην  γεννέτηρά  του  γίνεται  για  καλό  αφού τον  βρίσκει  να  παίζει  σε  κάποιες –άσημες-  ορχήστρες  παραδοσιακού τάνγκο.  Εκεί  ανακαλύπτει  τον  Ούγγρο  πιανίστα  Bel Wilda  o  οποίος  τον μυεί  στην  κλασσική  μουσική.  Ο ίδιος  δήλωνει πως  ο δάσκαλός  του  τον  έμαθε  να  αγαπά  τον Bach. Ο  Astor  μελετά  παρτιτούρες  του  Στραβίνσκι,  του  Μπαρτόκ ,  του  Ραβέλ  και  άλλων  συνθετών.  Το Τάνγκο  περνάει  σε  δεύτερη  μοίρα  και  ξεκινάει  μια  περίοδος  σύνθεσης για  τη σύγχρονη συμφωνική μουσική.

Η χρήση  του  βιολιού  δίνει  άλλον  αέρα  στη  μουσική σκηνή του  τανγκο.  Η  ψυχοσύνθεση του  συγκλονίζεται  από  αυτή  την  εναλλακτική  ερμηνεία  και  ο  Elvino-εξαίρετος  βιολιστής-  αποκτά  έναν  ακόμα  θαυμαστή.  Η βαθιά, αληθινή  και  μαγική  αγάπη  για  το  Τάνγκο του  δίνει  το  κουράγιο  να  μετακομίσει  στο  Buenos  Aires  σε  ηλικία  17  ετών.

Το  1949 ,  ύστερα  από  τη  συμμετοχή  του  σε  τανγκο  ορχήστρες  συνειδητοποιεί  πως  το  μεγάλο  του  όνειρο είναι  να  παίξει  bandoneon  στην  μεγαλύτερη  Ορχήστρα  της  Αργεντινής  Αnibal  Trolio. Φυσικά, ο Piazzola  επιθυμεί  να  εξελιχθεί  μουσικά.  Αποφασίζει  λοιπόν  να  ξεκινήσει  μαθήματα  με  τον  Αλμπέρτο  Χιναστέρα  το  1941  συνεχίζοντας  το 1943 με  τον  Ραούλ  Σπίβακ  σπουδάζοντας  πιάνο.  Τον  ίδιο  χρόνο  αρχίζει  την  κλασσική  σύνθεση με  το  Suite para  Cuerdas  y  Arpas.

Ένα  χρόνο αργότερα  αφήνει  την Anibal  Trolio  για  να  ηγηθεί  στην  Ορχήστρα  όπου  συμμετέχει  ο  τραγουδιστής Francisco  Fiorentino. Παραμένει  εκεί  μέχρι  το  1946  όταν  δημιουργεί  την  δική  του  ορχήστρα  η οποία  όμως  διαλύεται  το 1949. Με  την  Ορχήστρα  του  αναπτύσσονται  με  δυναμικό  αλλά  και  αρμονικό  περιεχόμενο  οι  δικές  του  συνθέσεις  και  δημιουργίες.  Το  τανγκο  που  εμπνέεται  αυτός  ο  νέος  και  τολμηρός  μαέστρος  προκαλεί  αντιδράσεις  ανάμεσα  στους  παραδοσιακούς tangueros.

Η  σύνθεσή «El  Desbande»  είναι  η  πρώτη  επίσημη  μουσική  Τάνγκο του Piazzola.  Σε  σύντομο  χρονικό  διάστημα  ξεκινάει  μικρές  συνθέσεις  για  την  επένδυση  κινηματογραφικών  ταινιών.

Στα  28  του  εκδηλώνει  την  επιθυμία  να  ανακαλύψει  νέους  και  διαφορετικούς  προορισμούς  κάτι  που  οδηγεί  στη  διάσπαση  της  ορχήστρας  του. Ψάχνει  μια  τεχνοτροπία  που  να  δίνει  στο  τάνγκο  μια  αίσθηση  κομψότητας  και  πολυτέλειας.  Αυτή  η διαδικασία  τον  μεταμορφώνει  σε  ψυχαναγκαστικό με  αποτέλεσμα  να  αφήσει  το αγαπημένο του  bandoneon .  Αφιερώνεται  στη  σύνθεση  ακολουθώντας  την  κλασσική  του  παιδεία.

Μεταξύ  του  1950-1954  παρουσιάζει  μουσικά  έργα  τελείως  διαφορετικά  από  το  παραδοσιακό  tango  οριστικοποιώντας  έτσι  το  προσωπικό  του μοναδικό  στίγμα : Para lucirse, Tanguango,Preparense, Contrabajeando,Triunfal, Lo que vendra. Εργάζεται  πυρετωδώς  να  ολοκληρώσει  το  έργο  του «Buenos  Aires»  σε  τρια  συμφωνικά  κομμάτια,  το  οποίο  παρουσιάζεται  το  1953  για  το  διαγωνισμό  Fabien Sevitzky . O Astor  κερδίζει  το  πρώτο  βραβείο και  η σύνθεσή  του  ερμηνεύεται  στη  Νομική  σχολή του  Buenos  Aires από τη  συμφωνική  ορχήστρα «Radio del Estado».

Το  1954  μετακομίζει  στο  Παρίσι  για  να  παρακολουθήσει  τα  μαθήματα  της  υποτροφίας που κερδίζει με την  Νάντια  Μπουλανζέρ,  την  τότε καλύτερη  μουσική εκπαιδευτικό.

Αρνείται  πεισματικά  την  μουσική  του  προϊστορία  στο  τάνγκο πιστεύοντας  ακράδαντα  πως  ο  προορισμός  του  είναι  η κλασσική  μουσική.  Το bandoneon  είναι  η  θεραπεία  του ,  το  πάθος  του.  Δεν μπορεί να πάει κόντρα στη φύση του και ανοίγει  την  καρδιά  του  στη  νέα  του  δασκάλα. Παίζει  για  χάρη  της  το  «Triumfal».

Η  Μπουλανζερ  ενθουσιάζεται με τη σύνθεση λέγοντάς  του  πως  αυτό  εδώ  είναι  ο  Astor  Piazzola . Μια  κατάθεση  ψυχής  που  δεν  πρέπει  να  κρυφτεί  πίσω  από  καλογραμμένες  κλασσικές  ερμηνείες. Δεν  ήταν  πρέπον  να μην παραμείνει ο εαυτός του.

Ύστερα  από  εκείνη  την  εξομολόγηση  το  Tango πήρε  καινούργια  ανάσα  μέσα  από  το  ξεθωριασμένο  αλλά  ακούραστο  μπαντονεόν του.  Απέκτησε  μια  φιλοσοφία  πάθους.  Μια  φλόγα  που  συνοδεύει  το  νέο κύμα του  Τανγκο. Το  Tango  Nuevo.

Η επιστροφή  του  στην  Αργεντινή  το  1955  έρχεται  με  τη  δημιουργία  μιας  ορχήστρας  εγχόρδων  που  ονομάζεται Octeto Buenos Aires. Για πρώτη  φορά  εισάγει  μουσικά  όργανα  όπως  το  φλάουτο, το σαξόφωνο, την  ηλεκτρική  κιθάρα,  τα  ντραμς  και  το βιμπράφωνο.  Η  ζωντάνια  της  όμως  δεν  κρατάει  για  πολύ καθώς διασπάται  το  1959.

Μεταξύ  Ιταλίας  και  Αργεντινής  ηχογραφεί  το  δίσκο Summit με  το  σαξοφωνίστα Τζέρι  Μάλιγκα.  Στις  συνθέσεις  του  περιλαμβάνονται  τα  ορχηστρικά  έργα: «Concierto para Bandoneon»,  «Tres TangosSinfonicos»,  «Concierto de  Nacar para  9  Tanguistas y  Orquestra», «Cinco  Piezas»,  «Balada para  un locο»  και  «Adios  Nomino»   το  οποίο  αφιέρωσε  στη  μνήμη  του  πατέρα  του.  Το ηχογράφησε  με  διαφορετικά  σχήματα  και  μουσικούς.

Ο  Piazzola  πάει  κόντρα  στο  ρητό  της  χώρας  του  που  λέει «Στην  Αργεντινή  όλα  μπορούν  να  αλλάξουν, εκτός  από  το  τάνγκο». Γίνεται  στόχος  και  δέχεται  πολλές  κριτικές  από  τους  εκπροσώπους  του  παραδοσιακού  Tango. Όμως  παρά  τις  αρνητικές  κριτικές  συνεχίζει  στα  δικά  του  επαναστατικά  μουσικά  μονοπάτια. Η  μουσική  του  αναγνωρίζεται  στην  Ευρώπη και  τη  Βόρεια  Αμερική.  Τα  φιλελεύθερα τμήματα  της  Αργεντίνικης  κοινωνίας  επικροτούν  τις  επαναστατικές  διασκευές  του  εντάσσοντάς  τες  στην  πολιτική  αντίσταση που θα άλλαζε την κοινωνία της Αργεντινής.

Η τελευταία  του  ζωντανή  συναυλία έλαβε  χώρα  στην  Ελλάδα  μας  τον  Ιούνιο του   1990  με  μαέστρο  τον  Αείμνηστο  Μάνο  Χατζιδάκη και  την  Ορχήστρα  των  Χρωμάτων.  Εκείνη  η  ηχογράφηση θεωρήθηκε  ύψιστης  σημασίας.

Στις  4  Ιουλίου  1992  όντας  σε  κώμα  ύστερα  από  θρόμβωση  μας  αποχαιρετά  για  τον  «κόσμο  των  αγγέλων»  στο  Buenos Aires.

Το έργο του παρέμεινε διαχρονικό και άξιο σεβασμού στις κοινότητες του Αργεντίνικου Tango μέχρι σήμερα. Χορεύεται με το ίδιος πάθος που είχε ο δημιουργός του Tango Nuevo. Κάποτε κάποιος είπε: «It takes Two to Tango» και ο Piazzola το έκανε πραγματικότητα με όπλο την ψυχή του και το θαυματουργό Bandoneon.

Μαριαλένα  Βιλλιώτη.